Η αστική τάξη, λέει ο ποιητής και σκηνοθέτης Παζολίνι, “είναι ένα εύθραυστο οικοδόμημα που μόλις δεχτεί μια δυνατή γροθιά – παρέμβαση θα γκρεμιστεί. Και θα γκρεμιστεί γιατί η “σύνθεσή” της, ο τρόπος που ενώνονται τα μέλη της, η έλλειψη ισχυρών ηθικών αξιών που τη διακρίνει, προδικάζουν και τη συντριβή της.”
Ο Παζολίνι βρίσκεται στη καρδιά της διαμεσολαβητικής σχέσης μεταξύ του προβλήματος της αγιότητας (Χριστιανισμός) με αυτό της στράτευσης (Κομμουνισμός) και αυτό εκφράζεται με ένα πολύ πολύπλοκο σενάριο για τη ζωή του Απόστολου Παύλου. (περισσότερα εδώ και εδώ)
Με το πιο πάνω απόσπασμα από το ποίημά του “Η Πραγματικότητα” συνοψίζεται ο χειραφετητικός αγώνας του κομμουνιστή και ομοφυλόφιλου Παζολίνι:
“έχω κάτι μάλλον διαφορετικό να πω: όχι ως Μαρξιστής
πλέον, ή ίσως ναι, αλλά από αυτή τη στιγμή μόνο
–εφόσον η έκσταση των Συγγραφέων
της Αποκάλυψης μυθοποιείται
σε μια άχρονη φλόγα: Οι αγάπες μου–
θα φωνάξω–είναι όπλο τρομερό
γιατί δεν το χρησιμοποιώ; Τίποτε δεν είναι τρομερότερο
απ’ το να είσαι διαφορετικός. Εκτεθειμένος κάθε στιγμή
–φωναγμένο διαρκώς–ασταμάτητη εξαίρεση–”
Ο Παζολίνι δολοφονήθηκε και κακοποιήθηκε άγρια επειδή ακριβώς κατάφερε να δώσει γροθιά στην καρδιά του πραγματικού που είναι η Ιστορία. Το πραγματικό του Παζολίνι γίνεται ο συγκεκριμένος εκείνος αγώνας για την άρνηση. Έδωσε το πραγματικό μάθημα του Μαρξισμού όχι στα έδρανα και στα γραφεία, σχολιάζοντας ο ίδιος την ακαδημαϊκή του εμπειρία ως “ένα πανεπιστήμιο με δομή φασιστική”.
Στο μεγάλο ποίημα Vittoria (Νίκης) ο Παζολίνι γράφει κάπου στην μέση τους εξής στίχους:
“οπουδήποτε πάει ο εχθρός, οδηγούμενη από μια ιστορία
που είναι η ιστορία και των δυο, και τους κάνει, βαθιά κάτω,
διεστραμμένα, αδελφούς.”
Ο Παζολίνι τερματίζει το διορατικό του βλέμμα στο τέρμα της πραγματικότητας. Δεν έχει να στρέψει το βλέμμα κάπου άλλου αφού η όποια πολιτική ελπίδα κλειδώνεται στην απολυτότητα του αδύνατου ή στην πορεία με τα τέσσερα.
“Γιατί η ηθική
της κοινής λογικής, της παθητικής κοινότητας
χωρίς απομεινάρι πραγματικότητας, δεν είναι τίποτα”.
(στίχοι από το ποίημα “Η Πραγματικότητα”)
Η συνενοχή είναι το μέσο που μας οδηγεί “διεστραμμένα” να γίνουμε αδελφοί στο τέλμα της βαρβαρότητας. “Όπως γράφει ο Παζολίνι: αναγνωρίζουμε ότι πάμε ακριβώς εκεί που πάει ο εχθρός μας, “οδηγούμενοι από μια Ιστορία, που είναι η ιστορία και των δυο.” Κι είναι αδύνατη η πολιτική ελπίδα.”
Το “φωναγμένο διαρκώς” και η “ασταμάτητη εξαίρεση” ταυτοχρόνως δολοφονείται. Και επειδή ακριβώς δολοφονείται και επειδή ακριβώς αγγίζει με αγένεια τα αχαμνά του καλογεννημένου δυτικού πολιτισμού είναι αναγκαία η επιμονή να γίνουνε κομμάτια.
Σαν κινηματογραφική σκηνή του Παζολίνι λοιπόν η φωτογραφία των δολοφονημένων από τους φασίστες Καβάζογλου – Μισιαούλη.
Νά τι σκότωσαν οι φασίστες και νά τι εξακολουθούν να σκοτώνουν οι φασίστες: το κάθε φορά “φωναγμένο διαρκώς” και την αιώνια “ασταμάτητη εξαίρεση”.
Η φωτογραφία των δολοφονημένων κομμουνιστών ακόμα και όταν τα σώματα πέφτουν, πέφτουν ερωτικά, για προσέξτε καλύτερα, σαν τις κινηματογραφικές ποιητικές σκηνές του Παζολίνι ή σαν τις ερωτικές πινελιές του άλλου κομμουνιστή, του Πικάσο.
Ο αγώνας της χειραφέτησης δεν επικυρώνει καμιά εξαγρίωση των σωμάτων αλλά ούτε σκύβει το κεφάλι στο δημοκρατικό πέπλο της κυριαρχίας παρά οφείλουμε “να μάθουμε κάτι από τη μηδενιστική υποκειμενικότητα”.
“Σκίστε τον κόσμο των καλογεννημένων σε κομμάτια!
Μόνο ένα λουτρό αίματος μπορεί να σώσει τον κόσμο
από τα αστικά του όνειρα, που είναι βέβαιο
ότι τον κάνουν όλο και πιο ψευδή!
Μόνο μια επανάσταση που σφαγιάζει
τους νεκρούς αυτούς άνδρες μπορεί να αποκαθηλώσει το κακό τους!”
Μόνο όταν ειπωθεί ή φωναχτεί αυτό
θα μπορέσει η μοίρα μου να λευτερωθεί
και να αρχίσει τον λόγο μου για την πραγματικότητα.” (απόσπασμα από το ποίημά του “Η Πραγματικότητα”)