Category Archives: Charlie Chaplin

πως τα Σοβιέτ έχουν σκοτώσει το γέλιο;

Παρίσι, Σορβόνη, άνοιξη του 1930. O Αϊζενστάιν δίνει μια διάλεξη για τις βασικές αρχές της πρωτοπορείας του Ρώσικου κινηματογράφου. Από το κοινό τίθεται αυτό το ερώτημα στον σκηνοθέτη:

“Γιατί η χώρα σας δεν βγάζει κωμωδίες; Είν’ αλήθεια πως τα Σοβιέτ έχουν σκοτώσει το γέλιο;”

Ο Αϊζενστάιν δεν απαντάει άμεσα. Ο ίδιος γράφει γύρω στα 1937:

“Στην αρχή βάζω τα γέλια. Ύστερα εξηγώ: Εκείνο που μπορώ να σας πώ είναι πως θα γελάσουν με την καρδιά τους στην ΕΣΣΔ, όταν θα τους μεταφέρω την ερώτησή σας!”

“Την άλλη μέρα οι εφημερίδες γράφανε: Οι Μπολσεβίκοι τρομάζουν όχι με το μαχαίρι στα δόντια, αλλά με το χαμόγελο στα χείλια.”

Είναι απαραίτητο να λεχθεί ότι όταν o Αϊζενστάιν ήταν στην Γαλλία τον τραβούσαν από τμήμα σε τμήμα και από μια αστυνομική διεύθυνση στην άλλη. Του απαγορεύτηκε να μείνει στο Παρίσι. Του δόθηκε παρέκληση να εγκαταλείψει το Γαλλικό έδαφος με σ’ ένα εικοσιτετράωρο.

Συνεχίζει ο Αιζενστάιν:

“Εκείνο που με ενδιαφέρει εδώ είναι το πρόβλημα του γέλιου; Κι’ αναρωτιέμαι. ‘Εχουμε το δικό μας τρόπο να γελάμε; Θα τον έχουμε; Ποιός θα είναι; Ποίο είναι γενικά το γέλιο μας; Και, ιδιαίτερα, στην οθόνη; Πολλοί έχουν βάλει το ερώτημα. Πολλοί έχουν απαντήσει. Απλά. Υπεραπλά. Άλλοι με περισσότερη αναζήτηση.

(…) Ίσως πάλι δεν είμαι φτιαγμένος για να γράψω μια κωμωδία. Πάντως ένα πράγμα είναι βέβαιο: προέρχομαι από μια παράδοση γέλιου που απαιτεί το σφύριγμα του μαστιγίου, μ’ αρέσει το γέλιο που γκρεμίζει.

(…) Έλυσα για τον εαυτό μου ένα πρόβλημα αρχής. Τι αξιοπρόσεκτο υπάρχει στο γέλιο του Τσάπλιν; Τι τοποθετεί τον Τσάπλιν πάνω από όλη την ποιητική του γέλιου στον κινηματογράφο; Το βάθος του λυρισμού του. Το ότι, στην κάθε ταινία του, υπάρχει ένα μέρος που κάνει να κλαίς με την ανθρωπιά του αισθήματος που διεγείρει. Ο Τσάπλιν είναι ο παραλογισμός του ώριμου που συμπεριφέρεται σαν παιδί. Ποιές προοπτικές ανοίγει ο Τσάπλιν στην κωμωδία στον τόπο μας; Μπόρουμε να τον εκχυδαίσουμε εύκολα – για να μην πω: να τον αντιγράψουμε αξιοθρήνητα. Για να ρίξουμε στάχτη στα μάτια, μπορούμε να τ΄ ονομάσουμε αυτό πειραματισμό. (…) Είναι αυτονόητο πως δεν μας ταιριάζει η μέθοδος. (…) Αν στον Τσάπλιν υπάρχει η ανθρώπινη συμπόνοια, η συμπάθεια για τα βάσανα των ταπεινών, τα δάκρυα για τους ταπεινούς, τους καταφρονεμένους, τους ξεχασμένους της μοίρας, σ’ εμάς θα πάρει θέση της η κοινωνική συγκίνηση, η σοσιαλιστική ανθρώπινη συμπόνοια, που δεν είναι να οικτείρουμε, αλλά ν΄ αναδημιουργούμε, κι η σκήνη που θα βγαίνει από το κωμικό θα γυρίζει στον κοινωνικό κι όχι στον ατομικό λυρισμό. Ο κοινωνικός λυρισμός είναι η παθητικότητα. Ο λυρισμός των μαζών τη στιγμή που συνενώνονται είναι ο ύμνος.

Δεύτερο σημείο… Δεν θα πάρει θέση σ’ αυτήν μόνο ένας συνθετικός, γενικευμένος τύπος, ένας τύπος όπως τον Τσάπλιν. Αλλά ένας τύπος που, σύγχρονα, θα παρασταίνει μιαν έννοια. Μια έννοια που παίρνει μια καρέκλα να καθίσει, μιαν έννοια που ξυρίζεται, μιαν έννοια που βγάζει το καπέλλο της ή τυλίγεται στην κουβέρτα της.

(…) Σ΄ ένα ορισμένο στάδιο των κοινωνικών, η εκμετάλλευση του ανθρώπου από τον όμοιό του στάθηκε κινήτρο προόδου. Η εμφάνιση της αστικής τάξης ήταν ένα βήμα μπροστά. Ωστόσο η εκμετάλλευση του ανθρώπου από τον άνθρωπο μένει πάντα ένας κοινωνικός παιδισμός. Και το απαίσιο που υπάρχει στις ανθρώπινες σχέσεις που βασίζονται στην εκμετάλλευση αποκαλύπτεται από την στιγμή που η ανθρωπότητα αρχίζει να περπατάει, δηλαδή με το φανέρωμα αυτών των σχέσεων.

Αυτή η άποψη θ΄ αποτελέσει το στόχο του γέλιου μας: ο κοινωνικός παιδισμός που επιβιώνει στην εποχή που η κοινωνία έχει γίνει ώριμη, στον αιώνα του σοσιαλισμού.”

Σε αρκετά παραδείγματα από τις κινηματογραφικές περιπέτειες του Τσάπλιν, ο Αϊζενστάιν, τις χαρακτηρίζει ως να πηγάζουν “από τον ατομικό παραλογισμό”. Επίσης, διακρίνει ένα σεβασμό της ιδιοκτησίας που θριαμβεύει μαζί με τον σεβασμό του νόμου. Η “κατάσταση αδιεξόδου” της κινηματογραφικής τέχνης του Τσάπλιν γίνεται από τον Αϊζενστάιν η διακριτή μέθοδος του Τσάπλιν.

Λέει ο Αϊζενστάιν:

“Ξέρουμε πως μάχονται οι μπολσεβίκοι.

Ξέρουμε πως δουλεύουν.

Ξέρουμε πως νικούν.

Βλέπουμε τώρα πως γελούν.

Το γέλιο “μας” και το γέλιο “τους” δεν είναι αφηρημένες έννοιες. Ανάμεσα στα δύο υπάρχει η άβυσσος των διαφορετικών κοινωνικών αντιλήψεων.

Πως παρουσιάζονται η κωμικότητα και το γέλιο που φέρνει στον κόσμο η νεαρή εργατική τάξη, που κατέλαβε τον Οχτώβρη την εξουσία και την οδηγεί, με σταθερό χέρι, προς την τελική νίκη;

Θα είναι τάχα το γέλιο της κενής διασκέδασης, που κάνει να περνά ευχάριστα η ώρα, όταν είναι γεμάτη η κοιλιά, ή πάλι ένας τρόπος για να ξεχνιούνται οι στενοχώριες της καθημερινής ζωής;

Θα είναι μόνο μια ανάλαφρη ειρωνεία γύρω από αστεία παθήματα ενός διασκεδαστικού παλαβού τύπου, που περιέχεται σε κωμικές καταστάσεις;

Όχι. Δεν είναι αυτή η ρώσικη παράδοση του γέλιου. Η ρώσικη παράδοση του γέλιου είναι άλλη. Και το διακριτικό γνώρισμα αυτού του γέλιου είναι το στοιχείο της κοινωνικής καταγγελίας που το συνοδεύει παντού. (…) Θ’ ακολουθήσει άραγε το ανέμελο αυλάκι του χοντρού αμερικάνικου γέλιου, ή θα συνεχίσει την παράδοση του τραγικού γέλιου των ρώσων χιουμοριστών του 19ου αίωνα;

Όλοι μας θ’ έχουμε να παρασταθούμε και να πάρουμε μέρος, με το έργο μας, στη δημιουργία ενός νέου είδους γέλιου, να γεμίσουμε μιαν άσπρη σελίδα της παγκόσμιας ιστορίας του χιούμορ και του γέλιου, με τον ίδιο τρόπο που, με μόνο την ύπαρξή της, η Σοβιετική Ένωση έχει γράψει μια καινούργια σελίδα στην ιστορία των παραλλαγών στις κοινωνικές φόρμες. Είναι πολύ νωρίς ακόμα για να γελάμε ξέγνοιαστα. Η οικοδόμηση του σοσιαλισμού δεν έχει ολοκληρωθεί. Δεν υπάρχει θέση για την ελαφρότητα. Το γέλιο, είναι μόνο ένα εναλλακτικό όπλο. Ένα ελαφρό όπλο, που σκοτώνει, εκεί που δεν θα χρησίμευε σε τίποτα να κινηθούν τα βαρειά άρματα της κοινωνικής αγανάκτησης. (…) ο ρόλος του γέλιου, σε μας, είναι ν΄ αποτελειώσει τον εχθρό… το γέλιο, σημειώνει σε μας την προσέγιση της νίκης.

Έτσι αντιλαμβάνομαι, σε χοντρές γραμμές, το γέλιο, στην ώρα των τελευταίων συγκρούσεων σώμα με σώμα με τον ταξικό εχθρό που, επωφελημένος απ΄ όλα τα φανταστικά ή όχι ελαττώματα των τεθωρακισμένων, πασκίζει πεισματικά να επιβραδύνει την προέλαση του θριαμβευτή σοσιαλισμού.

Το κωμικό άτομο, ο κωμικός τύπος, το κωμικό πρόσωπο στη δυτική και αμερικανική παράδοση δεν είναι κωμικά αντιπροσωπευτικό παρά μέσα στα όρια του κοινωνικού του περιβάλλοντος, δεν ξεπερνά το σωβινισμό, τον εθνικισμό του περιγέλιου.

Η κωμικότητα του κοινωνικού προσωπείου κι η δύναμη του κοινωνικού σαρκασμού οφείλουν να προσφέρουν – και θα προσφέρουν – την βάση στο αγωνιστικό γέλιο.”

 

Από το βιβλίο: Σκέψεις μου για τον Κινηματογράφο, Σ. Αιζενσταίν, Κεφάλαιο: Οι Μπολεβίκοι Γελούν (Σκέψεις για την κωμωδία στην ΕΣΣΔ. 1937), (σελ. 121 – 128), Εκδόσεις Μορφές.