Category Archives: Σεξουαλικότητα

Ρίλκε: Έρωτας δε θα ‘ναι πια σχέση άντρα με γυναίκα, αλλά Ανθρώπου με Άνθρωπο

Αποσπάσματα από το βιβλίο “Γράμματα σ’ ένα νέο ποιητή” του Ρίλκε:

“Κι αληθινά, η καλλιτεχνική δημιουργικότητα βρίσκεται τόσο απίστευτα κοντά με τη σεξουαλική ζωή, με τούς πόνους και τις ηδονές της, που κατά βάθος είναι δυο διαφορετικές μορφές της ίδιας ανάγκης, του ίδιου πόθου, της ίδιας απόλαυσης. Κι αν, αντις “οργασμός”, μπορούσαμε να πούμε “φύλο” – στην ψηλή, την αγνή, την πλατιά της λέξης έννοια, λευτερωμένη απ’ τις υποψίες και τις πλάνες της Εκκλησίας, τότε ή τέχνη του Dehmel θα ‘ταν γιγάντια κι απέραντα βαθυσήμαντη. (…) Κι όταν ή δύναμη αυτή, διαπερνώντας ορμητικά το Είναι του, ανταμώνει το σεξουαλικό στοιχείο, τότε δε βρίσκει τον Dehmel τόσο αγνό όσο θα ‘πρεπε. Ο ερωτικός του κόσμος δεν είναι ολότελα ώριμος κι αγνός, δεν είναι αρκετά ανθρώπινος: δεν είναι παρά το ένστιχτο του αρσενικού, οργασμός, παραζάλη κι ανησυχία, φορτωμένα με τις προλήψεις και την επιτήδευση, πού μ’ αυτές, αιώνες τώρα, παραμορφώνει ο άντρας τον Έρωτα. Γιατί ο Dehmel νιώθει τον έρωτα σαν άντρας μονάχα όχι σαν άνθρωπος, και γι’ αυτό υπάρχει στη σεξουαλική του αίσθηση κάτι στενό, σαν άγριο, γεμάτο μίσος, διαβατικό και πρόσκαιρο, μη αιώνιο, πού μικραίνει την τέχνη του και την κάνει διφορούμενη κι αβέβαιη. Δεν της λείπουν οι λεκέδες: έχει τη σφραγίδα της Εποχής και του Πάθους. Λίγα απ’ αυτήν θα ζήσουν. Μήπως, όμως, δε γίνεται το ίδιο και μ’ όλη σχεδόν την Τέχνη; Κι ωστόσο μπορείς βαθιά να χαρείς ο,τι μεγάλο κλείνει εντός της – μόνο μην αφήσεις να χαθείς μέσα κει, και μην προσηλυτιστείς στον κόσμο αυτόν του Dehmel, πού ‘ναι τόσο γεμάτος από απέραντη αγωνία, από μοιχεία και ταραχή.”

“Ίσως τα πάντα να τα κυβερνάει μια γιγάντια Μητρότητα, ένας κοινός πόθος. Η ομορφιά της παρθενικής κοπέλας – της ύπαρξης αυτής που (όπως πολύ όμορφα το λέτε) δεν έδωσε ακόμα τίποτα – δεν είναι παρά το προαίσθημα κι η προετοιμασία, ο τρόμος κι ο πόθος της μελλούμενης μητρότητας. Κι η ομορφιά της γυναίκας, σαν είναι μητέρα, δεν είναι παρά η “στρατευόμενη» μητρότητα” και σαν φτάσει στα γεράματα, ομορφιά της είναι η μεγάλη θύμηση, που ζει μέσα της. Ακόμα και στον άντρα υπάρχει, νομίζω, η μητρότητα, σωματική και πνευματική: η καρποφορία του είναι ένα είδος γεννοβόλημα: και γεννοβολάει, πραγματικά, ο άντρας, όταν δημιουργεί μέσ’ απ’ το πιο ολοκληρωμένο Είναι του. Μπορεί τα φύλα να συγγενεύουν περισσότερο απ’ όσο νομίζουμε κι η μεγάλη Ανανέωση του κόσμου μπορεί να’ ναι τούτη δω: ο άντρας κι η γυναίκα, λυτρωμένοι απ’ όλες τις πλάνες κι απ’ όλες τις δυσαρέσκειες, θ’ αποζητάν ο ένας τον άλλον, όχι πια σαν αντίπαλοι, μα σαν αδέρφια, σα συνοδοιπόροι και θα συσμίγουν σαν άνθρωποι για να σηκώσουν μαζί στους ώμους τους, απλά, σοβαρά και καρτερικά, το βαρύ φορτίο της σάρκας, που τους έταξεν η μοίρα.”

“Αυτή η “ανθρωπιά” της γυναίκας, ωριμασμένη μέσα στον πόνο και την καταφρόνια, θα βγει στο φως της μέρας, όταν η γυναίκα λυτρωθεί απ’ τις κοινωνικές συμβατικότητες, όπου την καταδικάζει η αποκλειστικά θηλυκή υπόστασή της. (…) δεν αργεί η μέρα που η Νέα Κοπέλα θα υπάρξει η Γυναίκα θα υπάρξει που οι λέξεις “νέα κοπέλα” και “γυναίκα” δεν θα σημαίνουν πια μονάχα το αντίθετο του αρσενικού, μα κάτι ξεχωριστό, πού θα ‘χει δική του αξία κι υπόσταση, κάτι πού δε θα ναι απλό συμπλήρωμα άλλου, μα ολοκληρωμένη μορφή της ζωής και της ύπαρξης: ή γυναίκα γνήσιος άνθρωπος.
Αυτή η πρόοδος (ενάντια στη θέληση του άντρα, που θα μείνει, στην αρχή, πίσω) θα μεταμορφώσει ριζικά την ερωτική ζωή, πλημμυρισμένη από τόσες πλάνες σήμερα: ο έρωτας δε θα ‘ναι πια σχέση άντρα με γυναίκα, αλλά Ανθρώπου με Άνθρωπο, θα στέκει πιο κοντά στην ανθρώπινη φύση (γεμάτος άπειρη απαλότητα και σεβασμό, καλός και καθάριος σε όλα κείνα πού σμίγει και χωρίζει), θα ‘ναι ο έρωτας που προετοιμάζουμε μ’ αγωνία και μόχθο: δυο Μοναχικοί Άνθρωποι, πού θα προστατεύουν, θα συμπληρώνουν, θα περιορίζουν και θα σέβονται ο ένας τον άλλον.

“Γόνιμος είναι κι ο έρωτας: επειδή κι ο έρωτας είναι δύσκολος. Έρωτας του ανθρώπου για τον άνθρωπο: ίσως αυτό να ‘ναι το δυσκολότερο απ’ όσα μας έταξεν η μοίρα, το πιο απόμακρο, η τελευταία δοκιμασία, το έργο πού όλα τ’ άλλα δεν είναι παρά προετοιμασία και προπαρασκευή του. Γι’ αυτό κι οι νέοι —πού είναι «αρχάριοι» στο κάθε τι — δεν ξέρουν ακόμα ν’ αγαπούν: πρέπει να διδαχτούν τον έρωτα. Με όλο τους το είναι, με όλες τους τις δυνάμεις συμμαζεμένες γύρω στην ερημική φοβισμένη καρδιά τους, πού οι χτύποι της ψηλώνουν ολοένα, πρέπει να μάθουν να αγαπούν. Ο καιρός όμως της μαθητείας είναι πάντα καιρός μακρόχρονου “εγκλεισμού”. Έτσι είναι, για πολύν καιρό, κι ο έρωτας: μοναξιά, ολοένα και πιο έντονη και πιο βαθιά μόνωση. Έρωτας δε θα πει ν’ ανοίγεσαι ευθύς, να δίνεσαι, να ενώνεσαι με κάποιον “Άλλον” (τι θα ήταν, άλλωστε, ή ένωση δύο όντων ακαθόριστων ακόμα, ατέλειωτων, ανοργάνωτων;), είναι μια σπάνια ευκαιρία για να ωριμάσεις, ν’ αποκτήσεις μιαν υπόσταση δική σου, να γίνεις εσύ ένας ολόκληρος Κόσμος, για χάρη κάποιου άλλου, αγαπημένου προσώπου είναι μια υψηλή, άκρατητη αξίωση, πού σε χρίζει εκλεκτό της και σε σπρώχνει προς τ απέραντα πλάτη. Μόνο έτσι θα ‘πρεπε να μεταχειρίζονται οι νέοι τον ερωτά τους: σαν ένα καθήκον που τους υποχρεώνει να εργάζονται αδιάκοπα στο μέσα τους κόσμο «ν’ ακρομάζονται και να σφυροκοπάνε νύχτα-μέρα». Δεν είναι ακόμα ώριμοι για το δόσιμο του εαυτού τους, για την εγκατάλειψη και το σβήσιμό τους μέσα σ’ ένα άλλο άτομο, για οποιοδήποτε τρόπο Ένωσης. (Πρέπει, πρώτα, και για πολύν πολύν καιρό, να μαζεύουν και να θησαυρίζουν ολοένα.) Ή Ένωση αυτή, το δόσιμο αυτό, είναι το στερνό σκαλοπάτι ίσως η ανθρώπινη ζωή να μη μπορεί ακόμα να το χωρέσει.”

“Στο δρόμο του Έρωτα (όπως και στο δρόμο του Θανάτου, πού είναι δύσκολος κι αυτός) δε θα βρεις – άμα τον αντικρύζεις σοβαρά – κανένα φως, καμιάν απόκριση, ούτε σημάδι, ούτε χαραγμένο δρόμο, για να σε βοηθήσουν. Και για τα δυο τούτα καθήκοντα που κρατάμε κρυμμένα μέσα μας και τα παραδίνουμε στους άλλους χωρίς να φωτίσουμε το μυστικό τους, δεν υπάρχουν γενικοί κανόνες. Όσο όμως πιο πολύ αποζητάμε τη μοναξιά στη ζωή μας, τόσο περισσότερο ζυγώνουμε το μεγάλο νόημα του έρωτα και του θανάτου. Οι απαιτήσεις που, τραχύς και δύσκολος, ο έρωτας έχει απ’ τη ζωή μας σ’ όλη της την πορεία, είναι πάρα πολύ βαριές, κι εμείς, στα πρώτα μας βήματα, είμαστε πολύ αδύναμοι μπροστά τους. Αν όμως σταθούμε καρτερικοί και δεχτούμε τον έρωτα αυτόν σαν τραχιά μαθητεία – αντις να χανόμαστε σ’ όλα κείνα τα εύκολα και κούφια παιχνίδια, που επινόησε ο άνθρωπος για να μην αντικρύζει κατάματα τη βαθύτατη σοβαρότητα της ζωής – ίσως τότε, κείνοι που θα ‘ρθουν καιρό έπειτ’ από μας, να νιώσουν μια κάποια πρόοδο κι ένα ξαλάφρωμα και θα ‘ταν σημαντικό τούτο.”

Η καύλα του έρωτα και της επανάστασης

Τώρα που έχουμε πόλεμο δεν υπάρχει τίποτα άλλο παρά βαρύγδουποι ήχοι και η σάρκα που λιώνει από τον πολιτισμό που χτίστηκε με αίμα. Τα λόγια και η θεωρία για να είναι λόγια και θεωρία πρέπει να υποκλίνονται στην πράξη, στην ίδια την σαρκική ύλη που παράγει τη θεωρία.

Ο καπιταλισμός δεν φτιάχνει έργα προς χρήση αλλά καταστάσεις υπό κρίση. Κι εσείς οι φιλελεύθεροι φιλόσοφοι και δημοσιογράφοι ιστορικοί της μεταμεσονύχτιας τσόντας μια καλή μέρα θα σας πλακώσει η κενή απροσεξία. Ζούμε σε μια παρατεταμένη περίοδο καλοσύνης. Πάσχουμε από καλοσύνη και ευγένεια. Ακόμα και ο εκκλησιασμός γίνεται με αγάπη, η αγάπη είναι παντού όταν το ευαγγέλιο διαβάζεται από μη καυλωμένους παπάδες, να ποια είναι η θρησκευτική έκσταση που ψάχνει ο νέος θρησκευόμενος. Η στείρωση είναι αυτή που μαγαρίζει την ιδιότητα της αστικής ιερότητας της διατήρησης των παραγωγικών σχέσεων, μια που παραμένει μόνο η καύλα, ε; και τι να την κάνει έτσι; Ίσως στην δουλική αρχαία Ελλάδα οι σκεπτόμενοι νεανίες να ήταν οι σημερινοί γλύφτες που γύρευαν την καύλα μια που η γυναίκα ήταν η μηχανή παραγωγής φαγητού και ανθρώπου.

…καὶ ἔσονται οἱ δύο εἰς σάρκα μίαν”, η απόλυτη κυριαρχία της χριστιανικής διδασκαλίας που γίνεται ο αστικο-κρατικός θεσμός της ιμπεριαλιστικής ασφάλειας. Πώς δηλαδή ο τρόμος μπόρεσε και έγινε ασφαλιστική κοινωνική δικλείδα; Αν γίνω, με άλλα λόγια, λιοντάρι έχω λιγότερες πιθανότητες να με φάνε. Η λογική του χριστιανού, ενός κοινωνικού δαρβινισμού που χλιμιντρίζει την αιωνιότητα γιατί δεν τον καβαλάει κανείς. Ζήτω λοιπόν ο Νίτσε και ο Ζαρατούστρα του, που ακόμα λίγο και λιγάκι θα τον βλέπαμε να τρώει μπανάνες. Ζήτω λοιπόν το Dasein, αυτού του φιλοσόφου που έγλυφε την γλυκύτητα του φασισμού σε αιχμηρό μαχαίρι. Ζήτω η αρχαία Ελλάδα με τους πλατωνικούς διαλόγους και τον πάτρωνα Πλάτωνα να μας κάνει σώου απολαμβάνοντας με υπευθυνότητα. Ο έρωτας όμως είναι η διαλεκτική σύγκρουση υποκειμένων, ένα συμβάν αλήθειας που επαναστατεί σε όποια μεταφυσική του ενός. Η καύλα της επανάστασης και του έρωτα είναι η απονομή της νίκης του τέλους της καπιταλιστικής παραγωγής από μια καρφίτσα μέχρι μιας ζωής.

Πάσχουμε από υπομονή, νύστα και βλακεία.

Η σοβαροφάνεια της σημερινής περιόδου εκφράζεται με τον φόβο μιας σουρρεαλιστικής εμπειρίας που θα μπορούσε να χαλαρώσει το εγώ βοηθώντας το να ξεμπερδέψει την ιμπεριαλιστική μέθη της κυριαρχίας. Η λατρεία του κακού, αυτό το ουσιαστικό θεμέλιο του ρομαντισμού, θα μπορούσε να γίνει ο μηχανισμός απολύμανσης της πολιτικής από κάθε ηθικολογικό στοιχείο της μεταμοντέρνας σκέψης. Μια ρομαντική σκέψη θα μπορούσε να αποκαθηλώσει την κυριαρχία του κεφαλαίου: ένας ρομαντισμός που τον χαρακτηρίζει ο αγώνας, μια πολεμική της καθημερινότητας, έναν μη ενθουσιασμό προς την καταστροφή, την άρνηση της εξαγοράς και της εκμετάλλευσης, το μίσος που θα νιώσει κάποιος από τα πέντε μόλις λεπτά μιας κουβέντας με έναν αστό. Ο ρομαντισμός εκείνος που δεν είναι άλλος παρά η πράξη του μη συμβιβασμού.

Ζούμε σε μια επικίνδυνη μεταφυσική πανδαισία σκέψεων, συναισθημάτων, πίστεων, πεποιθήσεων, προσεγγίσεων, απόψεων, γνωμών, γούστων δηλαδή ζούμε μόνο με το στόμα. Μια τρύπα και ένα λαρύγγι παράγει την μεταφυσική που μπορεί να πνίξει. Η πράξη έχει καθαιρεθεί από την πραγματικότητα. Η πράξη έχει μείνει με τον σκελετό της να περπατάει ασθενής στον τάφο της. Το τι έχει μείνει από την πράξη είναι η κίνηση του τέλους της.

Για ένα ταξικό περιεχόμενο της ΛΟΑΤ κοινότητας

Μόλις χτές πραγματοποιήθηκε στο κέντρο της Λευκωσίας, για δεύτερη φορά στην χώρα μας, η παρέλαση υπερηφάνειας της ΛΟΑΤ κοινότητας Κύπρου.

Η μαρξιστική θεωρία και η κομμουνιστική της πολιτική προέκταση, οι αρχές της με άλλα λόγια δεν διακρίνουν τον άνθρωπο με βάση την σεξουαλικότητά του η με όποια άλλη ταυτοτική κατηγορία. Η όποια καταπίεση των ΛΟΑΤΙ ατόμων και όχι μονο έγκειται στον καπιταλιστικό τρόπο παραγωγής. Ο καπιταλισμός και μόνο αυτός γεννάει αυτές τις ανισότητες, την καταπίεση, την εκμετάλλευση. Ο ομοφυλόφιλος της εργατικής τάξης και ο ομοφυλόφιλος της αστικής τάξης δεν τους ενώνει ότι είναι ομοφυλόφιλοι αλλά αντιθέτως τους χωρίζει ένα χάος απολυτότητας. Ο ετεροφυλόφιλος της εργατικής τάξης και ο ετεροφυλόφιλος της αστικής τάξης δεν τους ενώνει ότι είναι ετεροφυλόφιλοι αλλά αντιθέτως τους χωρίζει ένας χάος απολυτότητας. (Fristuti)

Αντίστοιχο παράδειγμα συγκεκριμένης μειονότητας να απολαύσει τα υφιστάμενα δικαιώματα σε μια παλαιότερη εποχή, είναι αυτό των γυναικών, οι οποίες  ορθώς  αγωνιστήκαν ώστε να εξασφαλίσουν το δικαίωμα στη ψήφο. Εντούτοις, και ενώ το δικαίωμα ψήφου κατακτήθηκε με αγώνες και θυσίες, δεν πρέπει να λησμονείται ότι απλά απετέλεσε ένα άλλο επεισόδιο επίλυσης των αντιφάσεων που γεννά κατά καιρούς το ίδιο το καπιταλιστικό σύστημα. Η επιδίωξη του καπιταλισμού, να εντάξει στο παραγωγικό του σύστημα πρόσθετα εργατικά χέρια απαιτούσε την εξίσωση των γυναικών με τους άντρες, ως την απαραίτητη κοινωνική παραχώρηση του συστήματος αναφορικά με την αύξηση του κέρδους. Παρομοίως, το σύγχρονο καπιταλιστικό σύστημα μέσω του πολιτικού του εκπροσώπου, δηλαδή της αστικής τάξης, επικροτεί σήμερα τους τοπικούς και μεμονωμένους αγώνες αυτοδιάθεσης, ως μια άλλη κεκαλυμμένη επιθετική της ενέργεια που οδηγεί στον αυτοεγκλωβισμό των μειονοτήτων εντός του περιεχόμενου του αγώνα τους. Παρά το ότι κάθε μειονότητα και κάθε καταπιεζόμενη ομάδα αναμφίβολα οφείλει να είναι συνεπής στον αγώνα για απελευθέρωση της από κάθε λογής δεσμά, εντούτοις, κατά παρόμοιο τρόπο οφείλει να αντιλαμβάνεται το ιστορικοκοινωνικό πλαίσιο εντός του οποίου λαμβάνουν χώρα οι αγώνες που διενεργεί.

Στο βαθμό που κοινωνίες διατηρούν τις σεξουαλικές διακρίσεις και γεννάται ανισότητα και καταπίεση είναι μια απόδειξη αδυναμίας του να ξεπεράσει η κοινωνία τις αστικές και μικροαστικές αντιλήψεις της εποχής ή προηγούμενων περιόδων της καπιταλιστικής νεωτερικότητας. Κανείς και ποτέ δεν μπορεί να μην αναγνωρίσει τα δικαιώματα και τις σημαντικές κατακτήσεις όποιων κινημάτων, και συγκεκριμένα τώρα της ΛΟΑΤ κοινότητας της Κύπρου, που αγωνίζονται για ισότητα. Αυτό όμως που δεν πρέπει να παραγνωρίζουμε είναι ότι η ουσιαστική εφαρμογή των δικαιωμάτων που κατακτιούνται δεν μπορούν να διαφυλακτούν όταν ο αγώνας παραμένει εγκλωβισμένος στα αστικά πλαίσια.

Ο φιλελεύθερος λόγος που μπορεί να συνοδεύεται με το κίνημα της ΛΟΑΤ κοινότητας της Κύπρου όπως ακριβώς και ο συνδυασμός μιας μικροαστικής έως και μιας καθαράς υψηλής αστικοποιημένης κουλτούρας και αντίληψης περί του αγώνα για χειραφέτηση εν τέλει καταφέρνει να χειραφετήσει κάποιους ήδη προνομιούχους οικονομικά ανθρώπους από το στίγμα αλλά όχι την πλειοψηφεία της κοινότητας. Αυτό προκύπτει γιατί ο αγώνας για χειραφέτηση με φιλελεύθερο λόγο που παρουσιάζει φαινομενικά αντιεξουσιαστική υφή έχει ένα απροσδιόριστο πολιτικά περιεχόμενο. Επιχειρείται να εξισωθεί ένα ζήτημα κοινωνικό σε θέμα ατομικής προτίμησης, μια που ο συνδυασμός των μικροαστικών αντιλήψεων περι της ατομικής χειραφέτησης και όχι σε μια κοινωνική αγωνιστική βάση.

Αυτό έχει σαν αποτέλεσμα το ζήτημα να γίνεται βορά της αστικής κουλτούρας, των μεγάλων οικονομικών ομίλων με το να μην αφήνεται να χαρακτεί στο εσωτερικό ένα ταξικό περιεχόμενο. Η εκμετάλλευση του κινήματος από την αστική ταξη είναι τόσο ταξικά ενοχλητική που το κίνημα των ΛΟΑΤ δεν αντιστέκεται στους εκμεταλλευτές του ανθρώπου δηλαδή τους καπιταλιστες που μας έφεραν ως εδώ, αυτούς που για χρόνια αναπαρήγαγαν αυτούς τους σεξουαλικούς διαχωρισμούς και προκαταλήψεις. Αν και το κίνημα δεν φαίνεται να έχει ακόμα αυτό το ταξικό περιεχόμενο δεν σημαίνει ότι οι κομμουνιστές είναι εναντίον αλλά απεναντίας προσπαθούν με το δικό τους αγώνα για ενσωμάτωση του ΛΟΑΤ αγώνα μέσα σε ταξικό περιεχόμενο όπου θα απαντάει στο πρόβλημα από τη ρίζα του. Να αποκτήσει δηλαδή το περιεχόμενο που αρμόζει στα κινήματα για να γίνουν ακόμα πιο σθεναρά απέναντι στον ταξικό εχθρό που δημιούργησε και αναπαρήγαγε αυτή την προκατάληψη και κατ’ επέκταση ανισότητες.

Υπάρχουν φωνές που λένε: αφού η ίδια πολιτεία διακρίνει σεξουαλικά τους πολίτες της τότε θα πρέπει να πολεμήσω για το αντίθετο. Γιατί όμως να αποδεχτούμε εκ των προτέρων και εξ ορισμού ότι η πολιτεία έχει το δικαίωμα να το κάνει αυτό; Γιατί, με άλλα λόγια, να μην διαμαρτυρηθούμε στην οικονομικοπολιτική αιτία του να υπάρχει σεξουαλική διακριση και να προσπαθούμε ν’ αναγνωριστούμε στην πολιτεία που δεν μας αναγνωρίζει;

Ευτυχώς υπήρξαν και εκδηλώσεις με πιο κριτική, ταξική διάθεση και με δικοινοτικές αξιώσεις παρόλο που η έμφαση σε πολιτικές ταυτότητας στέκεται σε προβληματική βάση. Η Accept πέρνει ένα δρόμο ανώδυνης πολιτιστικοποίησης με την πρόσχαρη στήριξη οντοτήτων όπως η ΗΠΑ (πέρσι και το Ισραήλ) που κάνουν ότι μπορούν για να ξεπλυθούν (pinkwashing), οδηγώντας σε ανάδειξη του ζητήματος σαν μια ετήσια φιέστα για επίδειξη προοδευτικότητας για όσους τους λιγοστεύει σε άλλα θέματα (π.χ. Στην Αγγλία το Pride θέλησε να συμπεριλάβει ακόμα και το UKIP). Το παράδειγμα των ανθρακορύχων και των ομοφυλοφίλων στην Αγγλία της εποχής Θάτσερ και της σύνδεσης των αγώνων με τα κοινά ταξικά συμφέροντα που προώθησε ταυτόχρονα και αιτήματα των ΛΟΑΤ είναι παράδειγμα που οφείλουμε να λάβουμε υπόψην.

Το να υπερασπίζεται κάποιος το συλλογικό ταξικό του συμφέρον δεν είναι οπισθοδρόμηση αλλά η βασική προτεραιότητα του ανθρώπου για να μπορέσει να υπάρχει και να είναι άνθρωπος, η μόνη προυπόθεση για να μπορέσει να δημιουργήσει καταφατικά την ίδια την ατομική ταυτότητα.

Πηγή: Αγκάρρα