
Το προλεταριακό διεθνιστικό θεμέλιο της κομμουνιστικής επαναστατικής θεωρίας και πράξης συγκεντρώνεται ως πυρήνας στις μαρξικές συμπερασματικές διατυπώσεις που τις βρίσκει κανείς στο Κομμουνιστικό Μανιφέστο. Όταν ο Μαρξ διατυπώνει το γνωστό “προλετάριοι όλων των χωρών ενωθείτε” δεν εκφράζεται απλά για να αναδειχθεί η μεταφυσική συλλογική υποκειμενικότητα τύπου Dasein ούτε και το τέλος μιας συλλογικής ένωσης υποκειμένων εκφρασμένη πολιτικά ως δημοκρατία. Τι αλήθεια όμως υπονοούν και τι φανερώνουν αυτές οι συμπερασματικές πολιτικές δηλώσεις του Μαρξ και γιατί σήμερα είναι τόσο επίκαιρες όσο ποτέ;
Ας ξεκινήσουμε την ανάλυση με την έννοια του “λαού” έτσι ώστε να μας δώσει το κλειδί για να φτάσουμε στο αναγκαίο “οι εργάτες δεν έχουν πατρίδα”. Η λέξη λαός συμβαίνει να εννοιολογικοποιείται ως ένας πολιτικός όρος στα χέρια της ιμπεριαλιστικής δυτικής μηχανής ήδη από τον 19 αιώνα. Οι ιμπεριαλιστές αποικιοκράτες δεν αναγνώριζαν την μάχη για ελευθερία από τον λαό της εκάστοτε χώρας που πάλευε για αυτήν. Αυτό που αναγνώριζε ήταν μονάχα κάποιες τρομοκρατικές ομάδες, κάποιες οργανώσεις ανταρτών, κάστες κτλ (1). Μέχρι σήμερα δηλαδή τα πλείστα αστικά ΜΜΕ αλλά και η επίσημη κρατική καπιταλιστική πολιτική ρητορική ασπάζεται αυτή την πολιτική ανάλυση και εννοιολογική ορολογία. Οτιδήποτε, με άλλα λόγια, που θα είχε, έστω δυνητικά, την δυνατότητα να θέσει υπό αμφισβήτηση και απειλή την κρατική αστική κυριαρχία δεν αναγνωρίζεται ως ο λαός που ξεσηκώνεται ή ο λαός ο οποίος ισχυρά και δυναμικά παλεύει και απαιτεί. Στη Γαλλία για παράδειγμα, η οποία είναι βυθισμένη ακόμα και σήμερα στις εργατικές κινητοποιήσεις και απεργίες, η κινητοποίηση της αστικής ταξης δεν μπορεί να χαρακτηριστεί ως μια μορφή κινητοποίησης του γαλλικού λαού αλλά μεμονωμένων ομάδων όπως επίσης και μεμονωμένων συνδικαλιστικών οργανώσεων.
Είναι χαρακτηριστικό το γεγονός ότι όταν ξεκίνησαν οι αυθόρμητες και συστημικές διαδηλώσεις της Πλατείας μεταξύ άλλων και ενάντια στις μεταρρύθμισεις στα εργασιακά (El Khomri law ή Loi travail), στην Γαλλική πρωτεύουσα, η άρχουσα τάξη και τα ΜΜΕ εξέφραζαν μια “θετική” στάση όσον αφορά φυσικά το δικαίωμα και μόνο του γαλλικού λαού να εκφράζεται. Η Γαλλική κυβέρνηση μια που δεν είχε απειληθεί αλλά ούτε αμφισβητηθεί ουσιαστικά από τις εξορμήσεις των διαδηλώσεων της Πλατείας δεν υπήρχε κανένας λόγος να συντάξει σύσσωμη την παριζιάνικη αστυνομία για να τους εμποδίσει να διαδηλώνουν.
Το σκηνικό όμως άλλαξε όταν οι διαμαρτυρίες πήρανε ενα ταξικό χαρακτήρα αφού συνδικαλιστές ενώσεις και εργαζόμενοι δημιούργησαν ένα δυναμικό και ενεργό μέχρι και σήμερα απεργιακό πολιτικό μέτωπο. Ως εκ τούτου η Γαλλική σοσιαλιστική κυβέρνηση Hollande άρχισε ένα βίαιο ταξικό πόλεμο εναντίον των εργαζομένων και κατά συνέπεια του γαλλικού λαού.
Το παράδειγμα του Γαλλικού λαού γίνεται ένα καλό παράδειγμα για να γίνει σαφές ότι το κυρίαρχο αστικό Κράτος είναι τελικά αυτό που προσδιορίζει κάθε φορά ποιός είναι ο λαός του. Η εργατική τάξη και τα χαμηλά λαϊκά στρώματα της εκάστοτε κοινωνίας δεν συμπεριλαμβάνονται στην έννοια λαός όταν ταξικοποιούνται οι αγώνες του. Αντιθέτως προσδιορίζονται ως μεμονωμένη αταξία που πρέπει να τιμωρηθεί τόσο απο την εκτελεστική εξουσία όσο και από την δικαστική με αποτέλεσμα να νομοθετούνται αντεργατικοί και κατ’ επέκταση αντιλαϊκοί νόμοι. Μ’ άλλα λόγια, όλες οι εξουσίες του Κράτους τίθενται ανοικτά και με τον νόμο ενάντια στην κατά το Κράτος εσωτερική μεμονωμένη απειλή που κάνει κακό στον λαό.
Όταν ο Μαρξ ισχυρίζεται οτι “οι εργάτες δεν έχουν πατρίδα” δεν θεσμοθετεί μια ουτοπική χώρα αλλά εισάγει το νέο και ζωντανό υλικό του διεθνισμού. Ο προλετάριος είναι το σώμα εκείνο που απειλείται και εκβιάζεται όπου και αν βρίσκεται. Ταυτόχρονα όμως απαντάει μέσα από τους αγώνες του καθώς αυτοί είναι που τον συνιστούν ως το υποκείμενο εκείνο που θέτει την υλιστική βάση του διεθνιστικού κομμουνισμού.
Το παράδειγμα των προσφύγων, και ειδικά της κρίσης του προσφυγικού που βιώνουμε σήμερα, καταδεικνύει ακριβώς την καπιταλιστική διαχείριση των προσφύγων ως του υποκειμένου εκείνου που αναθεματίζεται από την έννοια του λαού της εκάστοτε χώρας είτε ως του προσωρινά επισκέπτη είτε ως του “βρωμιάρη” υπανθρώπου. Στους πρόσφυγες μπορεί να καταδειχθεί ευκολότερα η ιμπεριαλιστική διαχείρηση των δεκάδων χιλιάδων προσφύγων. Για τα “δημοκρατικά” κράτη της ιμπεριαλιστικής δύσης ο πρόσφυγας πράγματι και βιαίως δεν έχει πατρίδα. Ο πρόσφυγας είναι ο νομάς εργάτης ο οποίος μπορεί σήμερα να δουλεύει στο Λονδίνο και αύριο στην Ολλανδία και τον επόμενο μήνα στην Κίνα. Ο καπιταλισμός “ελευθερώνει” (αποδεκατίζει δηλαδή) από την μια τους οργανωτικούς μηχανισμούς των εργατικών στρωμάτων με την ιμπεριαλιστική του εργατική πολιτική και από την άλλη παρουσιάζεται ως ο μηχανισμός εκείνος που διατυμπανίζει τις εργασιακές ευκαιρίες σε μια παγκοσμιοποιημένη και “ελεύθερη” αγορά.
Η Ε.Ε αυτή τη στιγμή μαστίζεται από τις ροές μεταναστών και προσφύγων ως οι πρόσφυγες να μην συμπεριλαμβάνονται και νομίμως στην έννοια του λαού εντός της χώρας που βρίσκονται με αποτελέσμα να διαχωρίζεται ο “αληθινός” λαός ή “καθαρός” λαός της εκάστοτε χώρας από τους πρόσφυγες και μετανάστες. Είναι σημαντικό να αναφέρουμε ότι το 17% των εγχώριων εργαζομένων είναι μετανάστες. Ο φασισμός λοιπόν και το ανεπτυγμένο ιμπεριαλιστικό ένστικτο της καθαρότητας του λαού που εκφράζεται στους ναούς της δημοκρατίας από όπου και τρέφονται γίνεται η επίσημη πολιτική της ΕΕ.
Το Κράτος μπορεί να χρησιμοποιεί την έννοια του λαού για να επιφέρει ένα επιθυμητό συνονθύλευμα μιας εθνικής ενότητας αλλά και την κοινωνική ενότητα ως προς την διατήρηση των δημοκρατικών αρχών που υπηρετούν τον θεμιτό καπιταλιστικό ανταγωνισμό ικανοποιώντας το ένστικτο του φασισμού.
Η πολιτική έννοια του λαού συνίσταται ως προς την χρηστική της προπαγανδιστική αποτελεσματικότητα για να προσδιορίζει κάθε φορά το πνεύμα ενός λαού ακριβώς για να διατηρεί σε νομοθετική βάση τα κυριαρχικά της εκμεταλλευτικά και φασιστικά σχέδια.
Στην παράγραφο 274 από τις “Βασικές κατευθύνσεις της φιλοσοφίας του δικαίου” ο Hegel γράφει το εξής εκ του οποίου πηγάζει η άρρητη σχέση μεταξύ Κράτους και λαού η οποία αμφισβητείται από τον Μαρξ με την “Κριτική της Εγελιανής Φιλοσοφίας του Κράτους και του Δικαίου”. Παραθέτουμε την εγελιανή παράγραφο:
“Δεδομένου ότι το πνεύμα δεν είναι πραγματικό παρά μόνο στο βαθμό που έχει επίγνωση ότι είναι και ότι το Κράτος σαν πνεύμα ενός λαού είναι ταυτόχρονα ο νόμος που διαπερνά όλες τις σχέσεις αυτού του λαού, τα ήθη και τη συνείδηση των ατόμων, από αυτό συνάγεται ότι το καθεστώς κάθε λαού εξαρτάται απόλυτα από τη φύση και τη μορφή της αυτοσυνείδησης του λαού τούτου. Σ’ αυτή την αυτοσυνείδηση εδράζεται η υποκειμενική του ελευθερία και συνακόλουθα η πραγματικότητα του καθεστώτος, γι’ αυτό και κάθε λαός έχει το καθεστώς που του προσιδιάζει και του αρμόζει.” (2)
Ο Μαρξ πολύ σωστά αποδομεί την σχέση αυτή του Κράτους με τον λαό ως αντιφατική και κατ’ επέκταση αδιαμεσολάβητη. Πιο αναλυτικά, το Κράτος δεν μπορεί εξ ορισμού να γίνεται η αποκρυστάλλωση του πνεύματος του λαού, αν δεν προϋποτεθεί μια λαϊκή κυριαρχία, που τα μέσα παραγωγής να τα ελέγχει μια κρατική θεσμοθετημένη αστική τάξη εν ονόματι μιας αιώνιας νόμιμης συνταγματικότητας. Ο Hegel από την άλλη ισχυρίζεται ότι “κάθε λαός έχει το καθεστώς που του προσιδιάζει και του αρμόζει”. Ο Hegel όμως δεν λαμβάνει υπόψιν το πλαίσιο του περιεχομένου της διαλεκτικής σχέσης κυρίου και δούλου που ο ίδιος την εξέφρασε διεξοδικά αρχικά στο “Φαινομενολογία του Πνεύματος” το 1806.
Ο Hegel εξηγεί ότι η “κυριαρχία του λαού” συγκροτείται από τον λαό, ο οποίος αφήνει δικαιωματικά στο Κράτος να τον ελέγχει. Αυτό όμως εν τέλει συνεπάγεται λαός και Κράτος να θεωρείται ένα δίπολο αυτονομημένων αντιδιαλεκτικών οντοτήτων. Ο λαός με αυτήν την αντιπαραγωγική αντιδιαλεκτική σχέση μένει υποταγμένος στην ίδια του την ύπαρξη. Η μαρξική κριτική έγκειται στο ότι το εγελιανό Κράτος είναι μια αφαίρεση η οποία αποδίδει χωρίς δισταγμό, σ’ αυτό το αφηρημένο Κράτος, μια ζωντανή ιδιότητα όπως αυτής της κυριαρχίας. Το μόνο συγκεκριμένο, κατά τον Μαρξ, σε αντιδιαστολή με το αφηρημένο Κράτος, είναι ο λαός. Όταν λοιπόν πρόκειται για τον προσδιορισμό του λαού ή της λαϊκής κυριαρχίας αρχίζουν είτε οι δημοκρατικές αντι-λαϊκές περιοριστικές ρήτρες είτε η κοινωνικοπολιτική και οικονομική εξορία του προλεταριάτου ως μη-λαός ως δηλαδή κάτι που δεν υπάρχει. (3)
Προσδιορίζει λοιπόν ο Μαρξ το περιεχόμενο της ουσίας του Κράτους: “Πράγμα που σημαίνει: ο πρώτος προσδιορισμός της πραγματικότητάς του (Κράτους) είναι αφηρημένος. Το Κράτος δεν μπορεί να θεωρηθεί απλή πραγματικότητα, πρέπει υποχρεωτικά να θεωρηθεί σαν αποτελεσματική δραστηριότητα, σαν διαφοροποιούμενη άποτελεσματική δραστηριότητα.” (4)
Ο προλετάριος λοιπόν είναι το γεγονός της υποκειμενοποιημένης αντικειμενικότητας εκ της οποίας δίνεται το συγκεκριμένο περιεχόμενο της έννοιας του λαού. Η έννοια του λαού προσδιορισμένη θετικά “βρίσκεται, σε σχέση με τον κόσμο του μέλλοντος, να έχει το ίδιο δικαίωμα που έχει ο Γερμανός βασιλιάς σε σχέση με τον κόσμο του παρόντος, όταν λέει για το λαό πώς είναι ο λαός του, όπως λέει για το άλογο πώς είναι το άλογο του. Ο βασιλιάς, διακηρύσσοντας πώς ο λαός είναι ατομική του ιδιοκτησία, έκφράζει ταυτόχρονα και το ότι ο ατομικός ιδιοκτήτης είναι βασιλιάς” (5). Με άλλα λόγια ο λαός εντός της κρατικής κυριαρχίας του ιμπεριαλισμού γίνεται το δυνητικό μέλλον μιας μη-υπάρχουσας ακόμα διεθνιστικής λαϊκής κυριαρχίας.
Το παρόν μη-υπάρχον του λαού ως κυριαρχία βρίσκεται σήμερα σποραδικά στα κομμουνιστικά κόμματα και στην έννοια του συνδικαλισμού που δεν υποτάσσονται στην διαχειριστική οπορτουνιστικότητα της σοσιαλδημοκρατίας. Δεν είναι τυχαίο που χώρες της Ε.Ε θέτουν νομοθετήματα απαγορεύσεων των κομμουνιστικών κομμάτων και αντι-κομμουνιστικών μέτρων. Το αστικό Κράτος αναγνωρίζει ότι η μόνη απειλή που μπορεί να δεχτεί είναι από το πραγματικό και συγκεκριμένο οργανωμένο κομμουνιστικό κίνημα και την εργατική τάξη.
Τι κάνει λοιπόν το Κράτος για να προσδιορίσει την έννοια του λαού με αποτέλεσμα να την φέρνει κάθε φορά στα μέτρα του κοινωνικοπολιτικοποιώντας στην πράξη τα μέτρα που λαμβάνει; Ο λαός αρχίζει λοιπόν μέσω των εκλογικών διαδικασιών να λαμβάνει ενεργή δράση στο Κράτος ειδικά με το εκλογικό δωράκι της κοινοβουλευτικής του εκπροσώπησης. Ταυτόχρονα το Κράτος, “θεωρούμενο σαν ‘επέκεινα’ περνά στην υποκειμενική του συνείδηση” και ως συνταγματικό καθεστώς γίνεται το καθεστώς εκείνο στο όποιο το συμφέρον του Κράτους γίνεται το συμφέρον του λαού (6). Το συγκεκριμένο διαμεσολαβητικό συμφέρον της καπιταλιστικής σχέσης του κύριου και δούλου είναι το συμφέρον που παράγει την τάξη εκείνη που γίνεται το στρώμα που προσδιορίζει την ασφαλιστική δικλείδα της καπιταλιστικής ύπαρξης των υποκειμένων ως αυτόνομες ανταγωνιστικές οντότητες. Με άλλα λόγια: η μεσαία τάξη (7).
Η μεσαία τάξη είναι η τάξη εκείνη η οποία χαρακτηρίζεται ως ο λαός της καπιταλιστικής ολιγαρχίας (8). Η μεσαία τάξη στην οποία ο καπιταλισμός βρίσκει το χρυσό και αφηρημένο ευτυχισμένο αριστοτελικό παν μέτρον και ο ιμπεριαλισμός τον καθαρό και αληθινό λαό ως παράδειγμα μια ηγεμονικής αυτοκρατορικής δημοκρατικοποίησης του πλανήτη.
Αναφορές:
(1) A. Badiou, P. Bourdieu, J. Butler, G. D. Huberman, S. Khiari, J. Ranciere, What is People?, Columbia University Press, English Translation: 2016. A. Badiou, “TWENTY-FOUR NOTES ON THE USES OF THE WORD “PEOPLE”, (page 21-31).
(2) K. Marx, Κριτική της Εγελιανής Φιλοσοφίας του Κράτους και του Δικαίου, Εκδόσεις: Παπαζήση, Αθήνα, 1978. (Οι παραγράφοι του Hegel είναι από τις “Βασικές κατευθύνσεις της φιλοσοφίας του δικαίου ή φυσικό δίκαιο και πολιτειακή επιστήμη”), (σελ: 52).
(3) K. Marx, Κριτική της Εγελιανής Φιλοσοφίας του Κράτους και του Δικαίου, Εκδόσεις: Παπαζήση, Αθήνα, 1978. (Οι παραγράφοι του Hegel είναι από τις “Βασικές κατευθύνσεις της φιλοσοφίας του δικαίου ή φυσικό δίκαιο και πολιτειακή επιστήμη”), (σελ: 62 – 63).
(4) K. Marx, Κριτική της Εγελιανής Φιλοσοφίας του Κράτους και του Δικαίου, Εκδόσεις: Παπαζήση, Αθήνα, 1978. (Οι παραγράφοι του Hegel είναι από τις “Βασικές κατευθύνσεις της φιλοσοφίας του δικαίου ή φυσικό δίκαιο και πολιτειακή επιστήμη”), (σελ: 47 – 48).
(5) K. Marx, Κριτική της Εγελιανής Φιλοσοφίας του Κράτους και του Δικαίου, Εκδόσεις: Παπαζήση, Αθήνα, 1978. (Οι παραγράφοι του Hegel είναι από τις “Βασικές κατευθύνσεις της φιλοσοφίας του δικαίου ή φυσικό δίκαιο και πολιτειακή επιστήμη”), (σελ: 30).
(6) K. Marx, Κριτική της Εγελιανής Φιλοσοφίας του Κράτους και του Δικαίου, Εκδόσεις: Παπαζήση, Αθήνα, 1978. (Οι παραγράφοι του Hegel είναι από τις “Βασικές κατευθύνσεις της φιλοσοφίας του δικαίου ή φυσικό δίκαιο και πολιτειακή επιστήμη”), (σελ: 105).
(7, 8) A. Badiou, P. Bourdieu, J. Butler, G. D. Huberman, S. Khiari, J. Ranciere, What is People?, Columbia University Press, English Translation: 2016. A. Badiou, “TWENTY-FOUR NOTES ON THE USES OF THE WORD “PEOPLE”, (page 29).