Category Archives: Λογοτεχνία

Ποίηση: η όμορφη σκατόλαγνη ή το Κομμουνιστικό Κόμμα

“…η 21η Μαρτίου ανακηρύχθηκε Παγκόσμια Ημέρα Ποίησης. Το σκεπτικό της απόφασης ανέφερε: «Η Παγκόσμια Ημέρα Ποίησης θα ενισχύσει την εικόνα της ποίησης στα ΜΜΕ, ούτως ώστε η ποίηση να μην θεωρείται πλέον άχρηστη τέχνη…”

Καταργείστε την ποίηση που θέλει να ομορφαίνει την πραγματικότητα. Η ποίηση είναι η άχρηστη τέχνη ακριβώς γιατί δεν μπορεί να σε αποδεσμεύσει από την πραγματικότητα. Σε καθορίζει σε μια βιωματική εμμενή απειροποίηση. Η αχρηστία της ποίησης κρατάει αιώνες, ερήμην του γέρο Πλάτωνα, και θα συνεχίσει να κρατάει το άρωμα της ασκήμιας όσο είναι άχρηστη για την ιμπεριαλιστική επιστημονική κοινότητα της δύσης. Η ακαδημία βρωμάει ασκήμια και ιμπεριαλισμό γι’ αυτό και η ποίηση μέσα στα μπουντρούμια των χαλιών και των αθόρυβων παραθύρων θα γίνεται πάντα το παράρτημα προς καταστροφή. 

Από την άλλη μεριά του σκότους η αντισυστημική χρήση της ποίησης γίνεται μια καθαρά μεταφυσικίζουσα υποκειμενικοποιητική μηχανή αποξένωσης φορώντας τις μάσκες του νιτσεο-χαϊντεγγεριανού ψευδο-ρομαντικού Διόνυσου και του Απολλώνιου αρλεκίνου που δεν βλέπει γύρα του παρά ένα σολιψιστικό είναι-προς-θάνατο και την πουτάνα ομορφονιά και σκατόλαγνη θέληση για δύναμη.

σκατα 1

Η σκατόλαγνη θέληση για δύναμη

Η ποίηση είναι η επιστημονικοποιητική διαμεσολαβητική σχέση μεταξύ της πραγματικότητας και του κομμουνισμού. Με πολιτικούς όρους μεταφράζεται ως να είναι ένα Κομμουνιστικό Κόμμα. 

Η μέρα ποίησης λοιπόν ας γιορτάζεται για το κάθε Κομμουνιστικό Κόμμα πάνω στη γη διαφορετικά καταργείστε και την ποίηση.

 

 

 

 

Ρίλκε: Έρωτας δε θα ‘ναι πια σχέση άντρα με γυναίκα, αλλά Ανθρώπου με Άνθρωπο

Αποσπάσματα από το βιβλίο “Γράμματα σ’ ένα νέο ποιητή” του Ρίλκε:

“Κι αληθινά, η καλλιτεχνική δημιουργικότητα βρίσκεται τόσο απίστευτα κοντά με τη σεξουαλική ζωή, με τούς πόνους και τις ηδονές της, που κατά βάθος είναι δυο διαφορετικές μορφές της ίδιας ανάγκης, του ίδιου πόθου, της ίδιας απόλαυσης. Κι αν, αντις “οργασμός”, μπορούσαμε να πούμε “φύλο” – στην ψηλή, την αγνή, την πλατιά της λέξης έννοια, λευτερωμένη απ’ τις υποψίες και τις πλάνες της Εκκλησίας, τότε ή τέχνη του Dehmel θα ‘ταν γιγάντια κι απέραντα βαθυσήμαντη. (…) Κι όταν ή δύναμη αυτή, διαπερνώντας ορμητικά το Είναι του, ανταμώνει το σεξουαλικό στοιχείο, τότε δε βρίσκει τον Dehmel τόσο αγνό όσο θα ‘πρεπε. Ο ερωτικός του κόσμος δεν είναι ολότελα ώριμος κι αγνός, δεν είναι αρκετά ανθρώπινος: δεν είναι παρά το ένστιχτο του αρσενικού, οργασμός, παραζάλη κι ανησυχία, φορτωμένα με τις προλήψεις και την επιτήδευση, πού μ’ αυτές, αιώνες τώρα, παραμορφώνει ο άντρας τον Έρωτα. Γιατί ο Dehmel νιώθει τον έρωτα σαν άντρας μονάχα όχι σαν άνθρωπος, και γι’ αυτό υπάρχει στη σεξουαλική του αίσθηση κάτι στενό, σαν άγριο, γεμάτο μίσος, διαβατικό και πρόσκαιρο, μη αιώνιο, πού μικραίνει την τέχνη του και την κάνει διφορούμενη κι αβέβαιη. Δεν της λείπουν οι λεκέδες: έχει τη σφραγίδα της Εποχής και του Πάθους. Λίγα απ’ αυτήν θα ζήσουν. Μήπως, όμως, δε γίνεται το ίδιο και μ’ όλη σχεδόν την Τέχνη; Κι ωστόσο μπορείς βαθιά να χαρείς ο,τι μεγάλο κλείνει εντός της – μόνο μην αφήσεις να χαθείς μέσα κει, και μην προσηλυτιστείς στον κόσμο αυτόν του Dehmel, πού ‘ναι τόσο γεμάτος από απέραντη αγωνία, από μοιχεία και ταραχή.”

“Ίσως τα πάντα να τα κυβερνάει μια γιγάντια Μητρότητα, ένας κοινός πόθος. Η ομορφιά της παρθενικής κοπέλας – της ύπαρξης αυτής που (όπως πολύ όμορφα το λέτε) δεν έδωσε ακόμα τίποτα – δεν είναι παρά το προαίσθημα κι η προετοιμασία, ο τρόμος κι ο πόθος της μελλούμενης μητρότητας. Κι η ομορφιά της γυναίκας, σαν είναι μητέρα, δεν είναι παρά η “στρατευόμενη» μητρότητα” και σαν φτάσει στα γεράματα, ομορφιά της είναι η μεγάλη θύμηση, που ζει μέσα της. Ακόμα και στον άντρα υπάρχει, νομίζω, η μητρότητα, σωματική και πνευματική: η καρποφορία του είναι ένα είδος γεννοβόλημα: και γεννοβολάει, πραγματικά, ο άντρας, όταν δημιουργεί μέσ’ απ’ το πιο ολοκληρωμένο Είναι του. Μπορεί τα φύλα να συγγενεύουν περισσότερο απ’ όσο νομίζουμε κι η μεγάλη Ανανέωση του κόσμου μπορεί να’ ναι τούτη δω: ο άντρας κι η γυναίκα, λυτρωμένοι απ’ όλες τις πλάνες κι απ’ όλες τις δυσαρέσκειες, θ’ αποζητάν ο ένας τον άλλον, όχι πια σαν αντίπαλοι, μα σαν αδέρφια, σα συνοδοιπόροι και θα συσμίγουν σαν άνθρωποι για να σηκώσουν μαζί στους ώμους τους, απλά, σοβαρά και καρτερικά, το βαρύ φορτίο της σάρκας, που τους έταξεν η μοίρα.”

“Αυτή η “ανθρωπιά” της γυναίκας, ωριμασμένη μέσα στον πόνο και την καταφρόνια, θα βγει στο φως της μέρας, όταν η γυναίκα λυτρωθεί απ’ τις κοινωνικές συμβατικότητες, όπου την καταδικάζει η αποκλειστικά θηλυκή υπόστασή της. (…) δεν αργεί η μέρα που η Νέα Κοπέλα θα υπάρξει η Γυναίκα θα υπάρξει που οι λέξεις “νέα κοπέλα” και “γυναίκα” δεν θα σημαίνουν πια μονάχα το αντίθετο του αρσενικού, μα κάτι ξεχωριστό, πού θα ‘χει δική του αξία κι υπόσταση, κάτι πού δε θα ναι απλό συμπλήρωμα άλλου, μα ολοκληρωμένη μορφή της ζωής και της ύπαρξης: ή γυναίκα γνήσιος άνθρωπος.
Αυτή η πρόοδος (ενάντια στη θέληση του άντρα, που θα μείνει, στην αρχή, πίσω) θα μεταμορφώσει ριζικά την ερωτική ζωή, πλημμυρισμένη από τόσες πλάνες σήμερα: ο έρωτας δε θα ‘ναι πια σχέση άντρα με γυναίκα, αλλά Ανθρώπου με Άνθρωπο, θα στέκει πιο κοντά στην ανθρώπινη φύση (γεμάτος άπειρη απαλότητα και σεβασμό, καλός και καθάριος σε όλα κείνα πού σμίγει και χωρίζει), θα ‘ναι ο έρωτας που προετοιμάζουμε μ’ αγωνία και μόχθο: δυο Μοναχικοί Άνθρωποι, πού θα προστατεύουν, θα συμπληρώνουν, θα περιορίζουν και θα σέβονται ο ένας τον άλλον.

“Γόνιμος είναι κι ο έρωτας: επειδή κι ο έρωτας είναι δύσκολος. Έρωτας του ανθρώπου για τον άνθρωπο: ίσως αυτό να ‘ναι το δυσκολότερο απ’ όσα μας έταξεν η μοίρα, το πιο απόμακρο, η τελευταία δοκιμασία, το έργο πού όλα τ’ άλλα δεν είναι παρά προετοιμασία και προπαρασκευή του. Γι’ αυτό κι οι νέοι —πού είναι «αρχάριοι» στο κάθε τι — δεν ξέρουν ακόμα ν’ αγαπούν: πρέπει να διδαχτούν τον έρωτα. Με όλο τους το είναι, με όλες τους τις δυνάμεις συμμαζεμένες γύρω στην ερημική φοβισμένη καρδιά τους, πού οι χτύποι της ψηλώνουν ολοένα, πρέπει να μάθουν να αγαπούν. Ο καιρός όμως της μαθητείας είναι πάντα καιρός μακρόχρονου “εγκλεισμού”. Έτσι είναι, για πολύν καιρό, κι ο έρωτας: μοναξιά, ολοένα και πιο έντονη και πιο βαθιά μόνωση. Έρωτας δε θα πει ν’ ανοίγεσαι ευθύς, να δίνεσαι, να ενώνεσαι με κάποιον “Άλλον” (τι θα ήταν, άλλωστε, ή ένωση δύο όντων ακαθόριστων ακόμα, ατέλειωτων, ανοργάνωτων;), είναι μια σπάνια ευκαιρία για να ωριμάσεις, ν’ αποκτήσεις μιαν υπόσταση δική σου, να γίνεις εσύ ένας ολόκληρος Κόσμος, για χάρη κάποιου άλλου, αγαπημένου προσώπου είναι μια υψηλή, άκρατητη αξίωση, πού σε χρίζει εκλεκτό της και σε σπρώχνει προς τ απέραντα πλάτη. Μόνο έτσι θα ‘πρεπε να μεταχειρίζονται οι νέοι τον ερωτά τους: σαν ένα καθήκον που τους υποχρεώνει να εργάζονται αδιάκοπα στο μέσα τους κόσμο «ν’ ακρομάζονται και να σφυροκοπάνε νύχτα-μέρα». Δεν είναι ακόμα ώριμοι για το δόσιμο του εαυτού τους, για την εγκατάλειψη και το σβήσιμό τους μέσα σ’ ένα άλλο άτομο, για οποιοδήποτε τρόπο Ένωσης. (Πρέπει, πρώτα, και για πολύν πολύν καιρό, να μαζεύουν και να θησαυρίζουν ολοένα.) Ή Ένωση αυτή, το δόσιμο αυτό, είναι το στερνό σκαλοπάτι ίσως η ανθρώπινη ζωή να μη μπορεί ακόμα να το χωρέσει.”

“Στο δρόμο του Έρωτα (όπως και στο δρόμο του Θανάτου, πού είναι δύσκολος κι αυτός) δε θα βρεις – άμα τον αντικρύζεις σοβαρά – κανένα φως, καμιάν απόκριση, ούτε σημάδι, ούτε χαραγμένο δρόμο, για να σε βοηθήσουν. Και για τα δυο τούτα καθήκοντα που κρατάμε κρυμμένα μέσα μας και τα παραδίνουμε στους άλλους χωρίς να φωτίσουμε το μυστικό τους, δεν υπάρχουν γενικοί κανόνες. Όσο όμως πιο πολύ αποζητάμε τη μοναξιά στη ζωή μας, τόσο περισσότερο ζυγώνουμε το μεγάλο νόημα του έρωτα και του θανάτου. Οι απαιτήσεις που, τραχύς και δύσκολος, ο έρωτας έχει απ’ τη ζωή μας σ’ όλη της την πορεία, είναι πάρα πολύ βαριές, κι εμείς, στα πρώτα μας βήματα, είμαστε πολύ αδύναμοι μπροστά τους. Αν όμως σταθούμε καρτερικοί και δεχτούμε τον έρωτα αυτόν σαν τραχιά μαθητεία – αντις να χανόμαστε σ’ όλα κείνα τα εύκολα και κούφια παιχνίδια, που επινόησε ο άνθρωπος για να μην αντικρύζει κατάματα τη βαθύτατη σοβαρότητα της ζωής – ίσως τότε, κείνοι που θα ‘ρθουν καιρό έπειτ’ από μας, να νιώσουν μια κάποια πρόοδο κι ένα ξαλάφρωμα και θα ‘ταν σημαντικό τούτο.”

Διανοητικά έπληττα. Ηθικά και πνευματικά αηδίαζα…

Αποσπάσματα από το “Τι σημαίνει για μένα η ζωή, Πώς έγινα σοσιαλιστής” του Jack London

“Είμαι παιδί της εργατικής τάξης. Πολύ νωρίς ανακάλυψα τον ενθουσιασμό, τη φιλοδοξία, τα ιδανικά – και η ανάγκη μου να τα ικανοποιήσω έγινε η κύρια έγνοια της παιδικής μου ηλικίας. Το περιβάλλον μου ήταν ακατέργαστο, τραχύ και ανεκπαίδευτο. Δεν είχα καμιά προοπτική, προσέβλεπα, ωστόσο, προς τα πάνω. Η θέση μου στην κοινωνία βρισκόταν στον πάτο. Εδώ η ζωή δεν πρόσφερε παρά ποταπότητα και εξαθλίωση, τόσο της σάρκας όσο και του πνεύματος γιατί εδώ και η σάρκα και το πνεύμα λιμοκτονούσαν και βασανίζονταν εξίσου.”

“Αλλά δεν είναι ιδιαίτερα εύκολη υπόθεση για έναν άνθρωπο της εργατικής τάξης να αναδυθεί στο φως ιδίως αν επιβαρύνεται με το μειονέκτημα να τον διακατέχουν ιδανικά και ψευδαισθήσεις…”

Jack London in the sheets.

Jack London in the sheets

“Διέθετα μύες κι εκείνοι έβγαζαν χρήματα απ’ αυτούς, ενώ εγώ έβγαζα με δυσκολία το ψωμί μου απ’ τη δουλειά μου. Έκανα τον γαμπιέρη, το λιμενεργάτη, τον ανειδίκευτο εργάτη στις πετρελαιοπηγές’ δούλεψα σε κονσερβοποιεία, σε φάμπρικες, σε πλυντήρια· κούρεψα γρασίδι, καθάρισα χαλιά, έπλυνα παράθυρα. Ποτέ δεν κέρδισα το πλήρες αντίτιμο του μόχθου μου. Έβλεπα, μέσα στην άμαξά της, την κόρη του ιδιοκτήτη του κονσερβοποιείου, και ήξερα ότι, σε κάποιο βαθμό, τα μπράτσα μου ήταν που επέτρεπαν σ’ εκείνη την άμαξα να κινείται πάνω στους λαστιχένιους τροχούς της. Έβλεπα τον γιο του εργοστασιάρχη να πηγαίνει στο πανεπιστήμιο και ήξερα ότι, σε κάποιο βαθμό, ήταν τα μπράτσα μου που του επέτρεπαν να πληρώνει για το κρασί και την καλή συντροφιά που απολάμβανε.”

jack london

London, his wife, Bessie Maddern London (top left), and his first love, Mabel Applegarth, in the College Park neighborhood of San Jose, at the Applegarth home, July 1901. Geoffrey Dunn Collection

“Ήμουν παιδί της εργατικής τάξης και τώρα βρισκόμουν, σε ηλικία δεκαοκτώ ετών, πολύ πιο χαμηλά από το σημείο απ’ όπου είχα ξεκινήσει. Είχα κατρακυλήσει στο κατώγι της κοινωνίας, στα υπόγεια βάθη της μιζέριας για την οποία δεν είναι ούτε ωραίο ούτε σωστό να μιλάει κανείς. Βρισκόμουν στον πάτο, στην άβυσσο, στον ανθρώπινο βόθρο, στα έγκατα, στο οστεοφυλάκιο του πολιτισμού μας. Στο κομμάτι του κοινωνικού οικοδομήματος που η κοινωνία επιλέγει να αγνοεί. Η περιορισμένη έκταση που έχω στη διάθεσή μου με αναγκάζει να το αγνοήσω θα πω μόνο ότι τα πράγματα που είδα εκεί με κατατρόμαξαν.Ο πανικός με έκανε να σκεφτώ. Διέκρινα, εντελώς απογυμνωμένες, τις απλές αλήθειες του πολύπλοκου πολιτισμού στον οποίο ζούσα. Η ζωή ήταν υπόθεση τροφής και καταλύματος. Προκειμένου να αποκτήσουν τροφή και κατάλυμα οι άνθρωποι πουλούσαν πράγματα.”

“Έτσι αποφάσισα να μην πουλάω πια μύες, και να γίνω μικροπωλητής μυαλού…”

“Όλα τα πράγματα ήταν εμπορεύσιμα, όλοι οι άνθρωποι πουλούσαν και αγόραζαν. Το μόνο εμπόρευμα που είχε να πουλήσει η εργασία ήταν οι μύες. Η τιμή της εργασίας δεν είχε τιμή στην αγορά. Η εργασία είχε να πουλήσει μύες και μόνο μύες.”

“Όσο περισσότερο πουλάει τους μυς του, τόσο λιγότεροι του απομένουν. Είναι το μόνο αγαθό του και κάθε μέρα το απόθεμά του ελαττώνεται. Στο τέλος, αν δεν πεθάνει πριν την ώρα του, ξεπουλάει και κατεβάζει τα ρολά. Είναι μυϊκά χρεοκοπημένος και τίποτα πια δεν του απομένει παρά να κατέβει στο κατώγι της κοινωνίας και να ψοφήσει μέσα στην εξαθλίωση.”

“Ανακάλυψα ότι δεν μου άρεσε να ζω στο σαλόνι της κοινωνίας. Διανοητικά έπληττα. Ηθικά και πνευματικά αηδίαζα. Θυμήθηκα τους διανοούμενους και τους ιδεαλιστές μου, τους δίχως ράσο ιεροκήρυκές μου, τους συντετριμμένους καθηγητές μου και τους άντρες της εργατικής τάξης, που είχαν καθαρό μυαλό και ταξική συνείδηση.”

Jack London photographing the hull of the Snark, February 1906.

Jack London photographing the hull of the Snark, February 1906

“Κι έτσι ξαναγύρισα στην εργατική τάξη, στους κόλπους της οποίας είχα γεννηθεί, εκεί όπου ανήκα. Δεν με ενδιέφερε πια να αναρριχηθώ. Το επιβλητικό οικοδόμημα της κοινωνίας πάνω απ’ το κεφάλι μου δεν με συναρπάζει πια. Αυτό που με απασχολεί είναι τα θεμέλια του οικοδομήματος. Αισθάνομαι βαθιά ικανοποίηση όταν μοχθώ εκεί κάτω, με τον λοστό στο χέρι, πλάι σε διανοούμενους, ιδεαλιστές και ταξικά συνειδητοποιημένους εργάτες, ρίχνοντας πότε πότε μια βαριά σφυριά και κάνοντας όλο το οικοδόμημα να κλυδωνίζεται.Κάποια μέρα, όταν θα έχουμε περισσότερα χέρια και πιο πολλούς λοστούς, θα το συντρίψουμε, μαζί με τη σάπια του ζωή και τους άταφους νεκρούς του, μαζί με τον τερατώδη εγωισμό του και τον απέραντο υλισμό του. Τότε, θα καθαρίσουμε το κατώγι και θα χτίσουμε μια νέα κατοικία για το ανθρώπινο γένος, όπου δεν θα υπάρχει σαλόνι, όπου όλα τα δωμάτια θα είναι φωτεινά κι ευάερα, και όπου ο αέρας που θα αναπνέουμε θα είναι καθαρός, ευγενικός και ζωντανός.”

Jack London, Τι σημαίνει για μένα η ζωή, Πώς έγινα σοσιαλιστής, Εκδόσεις ΠΟΤΑΜΟΣ, 2010.

Strugatsky Brothers – Soviet Russian science fiction στον κινηματογράφο

The brothers Arkady and Boris Strugatsky (alternate spellings: Strugatskiy, Strugatski, Strugatskii) are Soviet Russian science fiction authors who collaborated on their fiction.

The Strugatsky brothers, as they are usually called, are perhaps the best-known Soviet science fiction writers with a well developed fan base. Their early work was influenced by Ivan Yefremov. Their famous novel Piknik na obochine has been translated into English as Roadside Picnic in 1977 and was filmed by Andrei Tarkovsky under the title Stalker.

Several other of their works were translated into German, French, English, and Italian but did not receive the same magnitude of the critical acclaim granted them by their Russian audiences. The Strugatsky brothers, however, were and still are popular in many countries, including Poland, Hungary, Bulgaria, and Germany, where most of their works were available in both East and West Germany.

The brothers were Guests of Honour at the 1987 World Science Fiction Convention, held in Brighton, England.

Several of the books written by the Strugatsky brothers take part in the same universe, known as The World of Noon; another unofficial and perhaps less-known title is the Wanderers Universe. The name is derived from the title of one of their texts, Noon: 22nd Century. The main characteristics of the Noon Universe are: a very high level of social, scientific, and technological development; the creativity of the general population; and the very significant level of societal maturity compared to the modern world. For instance, this world knows no monetary stimulation (indeed, money does not exist), and every person is engaged in a profession that interests him or her. The Earth of the Noon Universe is governed by a global technocratic council composed of the world’s leading scientists and philosophers.

The Universe was described by the authors as the world in which they would like to live and work. It became highly influential for at least a generation of Soviet people, e.g. a person could quote the Strugatsky books and be sure of being understood. At first the authors thought that the Noon Universe would become reality “by itself”, but then they realized that the only way to achieve it is by inventing the High Theory of Upbringing, making the upbringing of each person a unique deed.

One of the important story arcs of those books is how the advanced human civilization covertly steers the development of those considered less advanced. Agents of humans are known as Progressors. At the same time, some humans suspect that a very advanced spacefaring race called Wanderers exists and is ‘progressing’ humanity itself.

Source: surrealmoviez

 

Filmography
1. ‘Hukkunud Alpinisti’ hotell (1979) aka The Dead Mountaineer Hotel
2. Stalker (1979)
3. Charodei (1982) aka The Sorcerer
4. Egymilliárd évvel a világ vége elött (1983)
5. Pisma myortvogo cheloveka (1986) aka Dead Man’s Letters
6. Dni zatmeniya (1988) aka Days of Eclipse
7. Es ist nicht leicht ein Gott zu sein (1989) aka Hard to be a God
8. Iskushenie B. (1990) aka The Temptation of B.
9. Nesmluvená Setkání (1994)
10. Prin to telos tou kosmou (1996)
11. Gadkie lebedi (2006) aka Ugly Swans
12. Obitaemyy ostrov (2008) aka The Inhabited Island
13. Obitaemyy ostrov: Skhvatka (2009) aka The Inhabited Island 2
14. Trudno byt bogom (2013) aka Hard to be a God

Franz Kafka στον κινηματογράφο

Prague, Bohemia (then belonging to Austria), July 3, 1883; d. June 3, 1924.

Movies based on Kafka’s works
01 Una confusión cotidiana (1950)
02 Prosessen (1962) (TV)
03 Das Schloß (1962) (TV)
04 Le procès (1962) aka The Trial
05 De grafbewaker (1965)
06 “Theatre 625” : Amerika (1966) TV episode
07 Un fraticide (1967)
08 Das Schloß (1968) aka The Castle
09 Amerika oder der Verschollene (1969)
10 La colonia penal (1970) aka The Penal Colony
11 The Great Wall of China (1970)
12 Tuomio (1970) (TV)
13 Un informe para una academia (1975)
14 “El teatro”: El castillo (1975) TV episode
15 Die Verwandlung (1975) (TV) aka Metamorphosis
16 Förvandlingen (1976/I) aka Metamorphosis
17 Redogörelse framlagd för en akademi (1976) (TV)
18 Brosta sto nomo (1977)
19 Bratrovrazda (1977) aka A Case of Fratricide
20 The Metamorphosis of Mr. Samsa (1977)
21 Ante la ley (1980)
22 Fraticidio (1981)
23 Ein Brudermord (1981)
24 A Hunger Artist (1982)
25 Levél apámhoz (1982) (TV)
26 Die Vorüberlaufenden (1983)
27 La métamorphose (1983) (TV)
28 Une villa aux environs de New York (1983) (TV)
29 Klassenverhältnisse (1984) aka Class Relations
30 Le château (1984) (TV)
31 Linna aka The Castle (1986)
32 Metamorphosis (1987) (TV)
33 Informe pera una acadèmia (1989) (TV)
34 Tsikhe-Simagre (1990) aka The Castle
35 La colonie pénitentiaire (1991)
36 Hiilisangolla ratsastaja (1992) aka Rider on a Bucket
37 Rastreseno gledanje kroz prozor (1993) aka Distracted Viewing Trough a Window
38 The Trial (1993)
39 Inkarnace (1994) aka Incarnace
40 Spivachka Zhosefina i myshachyy narod (1994)… aka Josephine, the Singer and the Mice People
41 Zamok (1994) aka The Castle
42 La mort de Molière (1994) aka The Death of Molière
43 Kamarihaikara (1994) aka The Chamber Stork
44 Amerika (1994)
45 Nachtland (1995)
46 The Hunger Artist (1995)
47 Metamorphosis: Beyond the Screen Door (1997)
48 Das Schloß (1997) aka The Castle
49 The Sickroom (1998)
50 Bratobójstwo (1999)
51 Am Ende des Ganges (1999)
52 A Common Confusion (1999)
53 Lo strano caso del signor Kappa (2001)
54 K (2002)
55 The Hunger Artist (2002)
56 Prevrashchenie (2002) aka Metamorphosis
57 Metamorfosis (2004)
58 Menschenkörper (2004) aka Human Body
59 Emancipación (2005)
60 In the Penal Colony (2006)
61 Nu devant un fantôme (2006)
62 L’homme qui attendait (2006) aka The Man Who Waited
63 La metamorfosis (2007)
64 A Metamorfose (2007)
65 A Country Doctor (2007)
66 Pratioci (2008)
67 Conversation with the Supplicant (2008)
68 The Burrow (2009)
69 The Burrow (2011)
70 Schakale und Araber (2011)
71 Before the Law (2011)
72 A Common Confusion (2012)
73 Der Bau (2014)

Movies based on Kafka’s life:
1 Kafka (1991)
2 Franz Kafka (1992)
3 Franz Kafka’s It’s a Wonderful Life (1993)

Short
Franz & Kafka (1997)

Source: surrealmoviez

Anton Chekhov στον κινηματογράφο (114 ταινίες)

Ο Anton Chekhov στον κινηματογράφο με 114 ταινίες από το 1911 μέχρι το 2010:

Filmography

001 Roman s kontrabasom (1911) aka Romance with a Double Bass
002 Doch Albiona. Bezzakonie (1914) aka Daughter of Albion. Illegal
003 Tsvety zapozdalye (1917) aka Belated Flowers
004 Überflüssige Menschen (1926) aka Superfluous People
005 Chiny i lyudi (1929) aka An Hour with Chekhov
006 Das Geschenk (1935)
007 Sakura no sono (1936)
008 Medved (1938) aka The Bear
009 Maska (1938)
010 Chelovek v futlyare (1939) aka Man in a Shell
011 Yubiley (1944) aka Jubilee
012 Svadba (1944) aka Marriage
013 Summer Storm (1944)
014 Mastera stseny (1946) aka Stars of the Moscow Art Theater
015 Román s basou (1949) aka Story of the Bass Cello
016 Zly chlopiec (1950) aka The Bad Boy
017 Damy (1954)
018 Il matrimonio (1954) aka Marriage
019 Anna na shee (1954) aka The Anna Cross
020 Shvedskaya spichka (1955) aka The Safety Match
021 Poprygunya (1955) aka The Grasshopper
022 Uncle Vanya (1957)
023 Tri rasskaza Chekhova (1959) aka Three Tales of Chekhov
024 Mest (1960)
025 Dom s mezoninom (1960) aka The House with an Attic
026 Dama s sobachkoy (1960) aka The Lady with the Dog
027 Medved (1961) aka The Bear
028 Duel (1961/I) aka The Duel
029 Slzy, které svet nevidí (1962) aka Tears the World Can’t See
030 La steppa (1962)
031 Ivanov (1964)
032 Der Seitensprung (1964)
033 Tri sestry (1964) aka The Three Sisters
034 La pharmacienne (1965)
035 The Three Sisters (1966)
036 V gorode S. (1967) aka In the Town of S
037 The Sea Gull (1968)
038 Tsvety zapozdalye (1969) aka Belated Flowers
039 Dogadjaj (1969) aka An Event
040 Glavnyy svidetel (1969)
041 Semeynoe schaste (1970) aka Family Happiness
042 Karusel (1970) aka The Roundabout
043 Dyadya Vanya (1970) aka Uncle Vanya
044 Chayka (1970) aka The Seagull
045 Three Sisters (1970)
046 Moya zhizn (1972)
047 Si mamad (1973)
048 Plokhoy khoroshiy chelovek (1973) aka The Duel
049 Romance with a Double Bass (1974)
050 Krankensaal 6 (1974)
051 Kaštanka (1976)
052 Step (1977) aka The Steppe
053 Smeshnye lyudi (1977) aka Funny People
054 Neokonchennaya pyesa dlya mekhanicheskogo pianino (1977) aka An Unfinished Piece for a Player Piano
055 Paviljon VI (1978)
056 Moy laskovyy i nezhnyy zver (1978) aka A Hunting Accident
057 Khoristka (1978) aka The Chorus Girl
058 El orador (1978)
059 El jardín de los cerezos (1978)
060 The Beneficiary (1980)
061 Rasskaz neizvestnogo cheloveka (1980) aka Story of an Unknown Man
062 Nieciekawa historia (1983) aka An Uneventful Story
063 Ogni (1984)
064 Der Bär (1984/I)
065 Hôtel de France (1987) aka Hotel de France
066 Oci ciornie (1987) aka Dark Eyes
067 Chyornyy monakh (1988) aka The Black Monk
068 Paura e amore (1988) aka Love and Fear
069 Zio Vania di Anton Cechov (1990) aka Uncle Vanya
070 Nyne proslavisya syn chelovecheskiy (1990)
071 Ariadna (1990)
072 Trois années (1990)
073 Kasba (1991)
074 A három növér (1991) aka Three Sisters
075 Swan Song (1992)
076 Gospodi, prosti nas, greshnykh (1992) aka Lord, Forgive Us, Sinners
077 Yesli by znat… (1993) aka If We’d Only Known
078 Vishnyovyy sad (1993) aka The Cherry Orchard
079 Tri sestry (1994) aka The Three Sisters
080 Vanya on 42nd Street (1994)
081 Country Life (1994)
082 Neulich am Deich (1995)
083 The Boor (1996)
084 August (1996)
085 Les épousailles (1999)
086 Agáta (1999)
087 The Cherry Orchard (1999)
088 Olhos Mortos (2000)
089 All Forgotten (2000) aka Lover’s Prayer
090 Speed for Thespians (2000)
091 Upheaval (2001)
092 Alchimie (2002) aka Alchemy
093 The Seagull (2002) (V)
094 Utan dig (2003) aka Without You
095 Wekande Walauwa (2003) aka Mansion by the Lake
096 La petite Lili (2003) aka Little Lili
097 La petición de mano (2004)
098 O lyubvi (2003)
099 Das Jubiläum (2004)
100 Gabbiani. Studio su ‘Il gabbiano’ di Anton Cechov (2004)
101 Ragin (2004)
102 The Sisters (2005)
103 Anyuta (2007)
104 Nachmittag (2007) aka Afternoon
105 Gooseberries (2007)
106 A Man of Honor (2007)
107 Pari (2008)
108 Two Newspapermen: An Untruthful Story (2009)
109 The Sexton’s Wife (2009)
110 Die Dame mit dem Hündchen (2009) aka Lady with the Little Dog
111 Palata N°6 (2009) aka Ward No. 6
112 Backstage Story (2009)
113 Anton Chekhov’s The Duel (2009)
114 American Seagull (2010)

*(only feature films were included – TV productions were not considered).

Source: surrealmoviez

Fyodor Mikhaylovich Dostoyevsky στον κινηματογράφο

Τα λογοτεχνικά αριστουργήματα του Dostoyevsky στον κινηματογράφο:

 

Biography:

Peterburgskiy dnevnik. Otkritie pamyatnika Dostoeskomu (1997) – Director: Aleksandr Sokurov

Dvadtsat shest dney iz zhizni Dostoevskogo (1981) – Director: Aleksandr Zarkhi

I demoni di San Pietroburgo (2008) aka Demons of St. Petersburg – Director: Giuliano Montaldo

 

Movies:

1. The Double (1846) Dvojnik

Partner (1968) – Director: Giuliano Montaldo

2. White Nights (1848) Belye nochi

Le notti bianche (1957) aka White Nights – Director: Bernardo Bertolucci

Belye nochi (1958) White Nights – Director: Ivan Pyryev

Quatre nuits d’un rêveur (1971) aka Four Nights of a Dreamer – Director: Robert Bresson

3. The Insulted and Humiliated (1861) Unizhennye i oskorblennye

Umiliati e offesi (1958) – Director: Vittorio Cottafavi

Humillados y ofendidos (1977) – Director: Raul Araiza

Unizhennye i oskorblennye (1991) The Insulted and Humiliated – Director: Andrei Eshpaj

4. Notes from Underground (1864) Zapiski iz podpolya

Notes from Underground (1995) – Director: Gary Walkow

5. Crime and Punishment (1866) Prestuplenie i nakazanie

Raskolnikow (1923) – Director: Robert Wiene

Crime et châtiment (1935) – Director: Pierre Chenal

Crime et châtiment (1956) – Director: Georges Lampin

Prestuplenie i nakazanie (1970) – Director: Lev Kulidzhanov

Rikos ja rangaistus (1983) – Director: Aki Kaurismäki

Prestuplenie i nakazanie (2007) – Director: Dmitri Svetozarov

6. The Gambler (1867) Igrok

Le joueur (1938) – Director: Gerhard Lamprecht, Louis Daquin

Der Spieler (1938) – Director: Gerhard Lamprecht

El jugador (1948) – Director: León Klimovsky

The Great Sinner (1949) – Director: Robert Siodmak

Le joueur (1958) – Director: Claude Autant-Lara

Igrok (1972) – Director: Aleksey Batalov

The Gambler (1974) – Director: Karel Reisz

The Gambler (1997) – Director: Károly Makk

The Gamblers (2007) – Director: Sebastian Bieniek

7. The Idiot (1869)

Idiot (1910) – Director: Pyotr Chardynin

L’idiot (1946) – Director: Georges Lampin

Hakuchi (1951) – Director: Akira Kurosawa

Idiot (1958) – Director: Ivan Pyryev

The Idiot (1966) – Director: Alan Bridges

L’amour braque (1985) – Director: Andrzej Zulawski

Idiot (1992) – Director: Mani Kaul

Nastazja (1994) – Director: Andrzej Wajda

Návrat idiota (1999) – Director: Sasa Gedeon

Daun Haus (2000) – Director: Roman Kachanov (II)

Idiot (2003) – Director: Vladimir Bortko

8. A Gentle Creature (1876) Krotkaja

Krotkaya (1960) – Director: Aleksandr Borisov

Une femme Douce (1969) – Director: Robert Bresson

Krotká (1969) – Director: Stanislav Barabas

Lagodna (1985) – Director: Piotr Dumala

9. The Dream of a Ridiculous Man (1877) Son smeshnogo cheloveka

Son smeshnogo cheloveka (1992) – Director: Aleksandr Petrov

10. The Brothers Karamazov (1881) Bratya Karamazovy

Bratya Karamazovy (1915) – Director: Victor Touryansky

Der Mörder Dimitri Karamasoff (1931) – Director: Erich Engels, Fyodor Otsep

The Brothers Karamazov (1958) – Director: Richard Brooks

Les frères Karamazov (1969) – Director: Marcel Bluwal

Bratya Karamazovy (1969) – Director: Kirill Lavrov, Ivan Pyryev

Al-Aikhoa Al-Aadaa Houssam (1974) – Director: El-Din Mustafa

Malchiki (1991) – Director: Yuri Grigoryev

Bratya Karamazovy (2009) – Director: Yuriy Moroz

Karamazovi (2008) – Director: Petr Zelenka

 

Source: surrealmoviez

 

 

Η πραγματικότητα μας ανήκει και πάλι, δε πά να γαμηθείτε!

Για όσους έχουν ακόμα την ανάγκη να χτυπάνε ακόμα στις άκρες και στα κύματα της σκέψης αρχίζοντας την συζήτηση περί τέχνης και δημιουργίας, και τι είναι αυτό και τι είναι εκείνο, φαίνονται τόσο γελοίοι που τρέμει η αναπνοή σου να σταυρώσεις λέξη.

Ο εναλλακτικός καλλιτεχνικός και μεταμοντέρνος κόσμος, ο οποίος περήφανα διατυμπανίζει την πελώρια νίκη του έναντι στην συντηρητική και θρησκόληπτη σκέψη, εξασθενίζει στη νοσταλγία του μαζοχιστικού του ιστορικού γεγονότος να κάνει μεταφυσικούς συλλογισμούς ίδιου τύπου.

Η αμεσότητα της απάντησης και της λύσης των πολιτικών προβλημάτων είναι αντίστοιχα η τέχνη του μεταμοντέρνου η οποία μεταφυσικίζει τόσο όσο για να ισχυριστεί ότι η δημιουργία επιβάλλεται να είναι η ζωντανή αφαίρεση ως το κλειδί που θα ανοίξει την πόρτα ενός αλλού κόσμου.

Ο εναλλακτικός αισθητικός κόσμος μιας “ρεαλιστικής” μεταφυσικής χαρακτηρίζεται από το στοιχείο της αμεσότητας. Μιας αμεσότητας που αρέσκεται να ικανοποιείται μέσα στο όριο μιας παραλυτικής στροφής προς την αφαίρεση της ζωτικής ορμής. Η αστική ιδεολογία μιας κεφαλαιοκρατικής παραγωγής αποκαθηλώνει τον χρόνο της αφομοίωσης και αφήνεται στην ηγεμονία της άμεσης κατάποσης χωρίς μάσημα.

Από το εδώ στο εκεί ούτε μία παλάμη χώρος, ούτε ένας ήχος, παρά μόνο μια αμεσότητα που διαρκεί όσο το αφελές και το ανώριμο που δεν μπορεί να επιβιώσει σε καμιά διάρκεια μα ούτε και σε καμιά κίνηση. Η ακινησία της αμεσότητας είναι ο παγωμένος χρόνος της διαλεκτικής που βιάζεται να ολοκληρώσει την εκκρεμότητα.

Η συναισθηματική πανδαισία της αμεσότητας αναριθμεί συνέχεια το μηδέν σε χρόνο ντετέ: μηδέν, μηδέν, μηδέν, γι΄αυτό και νιώθει οικεία με την μεταφυσική ως ο άλλος κόσμος και με την παραγωγική διαδικασία του κεφαλαίου ως υπεραξία. Ακόμα και ο μηδενισμός ούτε να δεί δεν θέλει κάτι τέτοια μηδέν.

Το άμεσο λοιπόν δεν μπορεί να γίνει ούτε το παράλογο αλλά ούτε και το λογικό. Εδώ είναι που η δημιουργία βρίσκει ένα κενό και το εκμεταλλεύεται και προσδιορίζει την ουσία της ως να είναι το κάτι ενδιάμεσο μεταξύ της πραγματικότητας και του απατηλού. Με άλλα λόγια ένας άλλος κόσμος, ο κόσμος της τέχνης. Πέφτει όμως έξω. Γλιστράει εύκολα από την ανάγκη της να σταθεί κάπου αρνούμενη την θέση της στον κόσμο. Η άρνησή της να μην υπηρετήσει την χειραφέτηση του εκμεταλλευομένου από τον εκμεταλλευτή του, πέφτει η ίδια στην γελοιότητα της αμεσότητας, του ανώριμου, του τόσο λίγου και του τόσο ακίνητου.

Το συναίσθημα γίνεται το δομικό στοιχείο της αμεσότητας γιατί είναι το δέρμα που τυλίγει αυτό που σκοπό έχει να αποδεσμευτεί από το στεγανό του εσώκλειστου. Η επανάσταση, ως ο μοναδικός τρόπος χειραφέτησης των εκμεταλλευομένων, είναι η ανοικτότητα εκείνη που αφήνει το δικαίωμα στον ίδιο να γίνει ο διαμεσολαβητής της ίδιας του της ζωής.

Το κεφάλαιο λοιπόν έχει την δύναμη του άμεσου, εκείνου δηλαδή του ακίνητου, που απονεκρώνει τον άνθρωπο ως άνθρωπο και αισθητικοποιεί την αποξένωσή του ως στάση ζωής.

Ο επαναστάτης ποιητής Τάκης Κόντος (1898 – 1989)

Στις 4 Νοέμβρη 1989, πέθανε ο παλαίμαχος κομμουνιστής Τάκης Κόντος. Η γη της Αττικής τον δέχτηκε στις 7 Νοέμβρη. Στον τάφο του, δυο λέξεις ενωμένες τον θυμίζουν: «Ποιητής κι επαναστάτης». Και τρεις στίχοι του τις επικύρωναν:

«Ο,τι απομένει σάπιο και παλιό, / κληριά από τους κακόπραγους αιώνες, / γκρεμίστε το».

Ηταν ποιητής και επαναστάτης ο Τάκος Κόντος. Γεννημένος στη Λέσβο, με μητέρα δασκάλα και πατέρα καθηγητή, με αδέλφια μεγαλύτερα να διαβάζουν (ο γνωστός φιλόλογος και ποιητής Κώστας Κόντος ήταν αδελφός του), από μικρός ανέπνεε με τη λογοτεχνία. Παντρεμένος, με παιδιά κι εγγόνια, θυμόταν πως το πρώτο του χτυποκάρδι συνοδευόταν από ένα ποίημα: Πέντε χρονών, οπλισμένος μ’ ένα ξύλινο ξίφος, κατατρόπωνε φανταστικούς εχθρούς κραυγάζοντας, με την ελπίδα να συγκινήσει την κυρία στο αντικρινό μπαλκόνι: «Ω κοπτερόν και λυγερόν σπαθί μου!»

Η τριβή του με την ποίηση ωρίμασε την ποιητική του φλέβα. Η πρώτη του ποιητική έκφραση είναι η εύστοχη μετάφραση του ποιήματος του Γάλλου Παρνασσιστή ποιητή Leconte de Liste «Η καρδιά του Γιάλμαρ» (1917). Στη συνέχεια, έδεσε την ποίηση με τη ζωή του, με την εξέλιξή του από διανοούμενο σε επαναστάτη.

Πολύπλευρη ζωή και δράση

Σπούδασε νομικά στην Αθήνα. Πολέμησε στη Μικρασία. Ταξίδεψε στην Αίγυπτο. Χρονογραφούσε στην εφημερίδα της Μυτιλήνης «Ταχυδρόμος», με την υπογραφή «ΤΑΦ. ΚΑΠΑ» (τέλη 1930). Στη δεκαετία του ’30, εντάσσεται στο ΚΚΕ, με συνέπεια διώξεις, φυλακίσεις, εξορίες (το 1935 με τους Κ. Βάρναλη, Δ. Γληνό και άλλους κομμουνιστές εξορίζεται στον Αϊ- Στράτη και αργότερα στην Ανάφη, στην Ικαρία, στη Μακρόνησο και, τέλος, στον Αϊ-Στράτη). Υπήρξε ιδρυτικό μέλος της «Κοινωνικής Αλληλεγγύης» (1932), μέλος της Κεντρικής της Επιτροπής και γραμματέας της Επιτροπής Πόλης της Αθήνας, αρχισυντάκτης στο «Δελτίο της Εργατικής Βοήθειας» (1933-34), μέλος της Συντακτικής Επιτροπής του «Ριζοσπάστη» (1932-1935) και συγγραφέας της στήλης του χρονογραφήματος, με την υπογραφή «Στάρκος». Διατέλεσε μέλος της Κεντρικής Επιτροπής του ΕΑΜ Αθήνας και της Διοικούσας Επιτροπής της ΕΔΑ, γραμματέας της Επιτροπής Πόλης της ΕΔΑ Αθήνας (δεκαετία του ’50), πρόεδρος της ΕΔΑ Ελλήνων Εξωτερικού (με έδρα το Παρίσι) τον καιρό της χούντας (1967-1974), τακτικός συνεργάτης του ραδιοσταθμού του ΚΚΕ «Η Φωνή της Αλήθειας» (μέχρι το 1976). Δημοσίευσε μελέτες και ιστορικά βιβλία – μαρτυρίες των ιδεών και αγώνων του. Μα, το έργο όπου εκφράζεται περισσότερο, είναι η ποίησή του, η γραμμένη από το 1917 έως το 1972 και συγκεντρωμένη στη συλλογή «Δουλέβοντας τ’ ατσάλι».

Ανήσυχη νιότη

Μπλεγμένος στη μεγαλεπήβολη μικρασιατική εκστρατεία, «πολέμαρχος, μέσ’ στης Τουρκιάς τα βάθη» («Του πολέμου»), ακολουθεί, αλλά από απόσταση, μια κατεύθυνση, που δε διάλεξε: «Και κάθε μέρα όλο και μπρος./ Δεν πάω της δόξας για γαμπρός,/ μα κι αν μου βγαίνει η παναγία/ κι αν λαχταρώ γλυκό ένα βόλι/ μ’ ένα ραβδί κι ένα πιστόλι,/ πάω να σκοτώσω την ανία» («Του πολέμου»).

Μετά την καταστροφή, ούτε οι σπουδές, ούτε το ταξίδι στην Αίγυπτο, ούτε τα επιτυχημένα χρονογραφήματα στην εφημερίδα της Μυτιλήνης αρκούν στην απαιτητική του νιότη, που του φαίνεται άδεια: «Χωρίς θεό και πίστη, δίχως άχτι,/ θα ζήσω τον ανώφελό μου πόνο,/ ακαρτερώντας χρόνος με τον χρόνο/ τη νύχτα, που θα γίνη ο κόσμος στάχτη,/ μαζί με τον ανώφελό μου πόνο» («Αναχωρητές»).

Ετσι νέος, έτσι απαιτητικός, έβλεπε την άδικη για τους πολλούς κοινωνία, την εκμετάλλευση ανθρώπου από τον άνθρωπο:

«Ανήλιαγα κι αχάραγα κι ως τη βαθειά νυχτιά/ βλαστημισμένη, μίζερη κι αγέλαστη, Εργατιά,/ με τη λαχτάρα του γονιού και του άντρα τον καημό,/ ολοχρονίς δουλέβουμε χωρίς ανασαμό.

******

»Χαρές, του κόσμου, της ψυχής και του κορμιού το γλέντι/ γλεντάν τον αδιαφόρετο και το σκυλίσιο αφέντη./ Κι εμείς,/ το φύτρο της ζωής το πιο γερό κι αντρίκειο,/ εμείς,/ πεινάμε το ψωμί, πεινάμε και το δίκιο» («Το τραγούδι της οργής»).

Ρίχτηκε στην πάλη για να σταματήσει η αδικία και η εκμετάλλευση. Η ποίησή του έγινε θούριος – κάλεσμα στους καταδικασμένους στο μοναδικό δρόμο, που θα τους απελευθέρωνε, την επανάσταση:

«Ολοι της γης οι κολασμένοι,/ γυμνοί, φτωχοί, ξεκληρισμένοι,/ ομπρός! ελάτε στριμωχτοί/ με μιαν απόφαση σωστή/ και μια σταράτη πίστη/ πεισματωμένοι,/ αρματωμένοι – όσοι πιστοί -,/ με τον λοστό του γκρεμιστή/ και το σκληρό σφυρί του χτίστη.

******

»Μα νάτην τώρα/ η κόκκινη ώρα/ η κόκκινη αβγή!/ ομπρός, συντρόφοι!/ άστε τα λόγια,/ κι από τις μάντρες/ κι απ’ τα κατώγια,/ πυρρή να βγει / η κοσμοπλάστρα μας η οργή./ Ψέμα η πατρίδα, η θρησκεία ψέμα,/ ψέμα κι ο νόμος./ Ενας ο δρόμος./ Ομπρός!/ Ελάτε στριμωχτοί,/ με μιαν απόφαση σωστή/ και μια σταράτη πίστη/ πεισματωμένοι,/ αρματωμένοι – όσοι πιστοί -/ με το λοστό του γκρεμιστή/ και το σκληρό σφυρί του χτίστη» («Το τραγούδι της οργής»).

«Τραγουδούσε» την επανάσταση

Ποιητής κι επαναστάτης θεμελίωσε, στη δεκαετία του ’30, το διπλό του αγώνα πλάι στους αδικημένους. Τον είδαν οι φυλακές και οι εξορίες, άκουσαν τα τραγούδια του οι συναγωνιστές. Τραγούδια, γεμάτα ελπίδα για ένα καλύτερο αύριο, των αγωνιστών έργο, θύμιζαν όλους τους ξεσηκωμούς του ανθρώπου ενάντια στη σκλαβιά και αδικία, για να καταλήξουν στο επίτευγμα της Οχτωβριανής Επανάστασης:

«Απ’ τον καιρό του Σπάρτακου ως το Δεκέμβρη/ κι ως τον Οχτώβρη απ’ το Ενενηντατρία/ και πιο πέρα κι ακόμα πιο πίσω,/ όξω από σύνορα και χώρες και πατρίδες/ τον αγώνα τον πανάρχαιο πολεμάς./ Στου Παρισιού και στης Αθήνας τα οδοφράγματα,/ στην Κάπουα, στο Βυζάντιο, στο Μισίρι,/ στου Κόζακα τα διάσελα,/ στων Αλπεων τα πλάγια,/ στις σιέρες της Μαδρίτης,/ απ’ τη Μόσχα ως το Μπουένος Αϋρες/ κι απ’ το Στάλινγκραντ ως τη Σουραμπάγια,/ βένετος, σκλάβος, κομμουνάρος,/ παρτιζάνος, αντάρτης, ελασίτης,/ μπολσεβίκος,/ φύτρο μιας πανανθρώπινης γενιάς,/ με την αρχή γεννήθηκες του κόσμου/ και του κόσμου το τέλος προσπερνάς» («Στάλιν»).

Από το 1917, επαναστάτης σήμαινε «μπολσεβίκος» κι ο Τάκης Κόντος χρησιμοποιεί τον όρο με παγκόσμια έννοια: Η «κόκκινη αβγή» δεν ήταν μόνο για τους ξεσηκωμένους Ρώσους. Φώτιζε τον σκοτεινό ορίζοντα όλων των καταπιεσμένων. Γιατί «στο σήμερα και στ’ άβριο και στο χτες/ σ’ όλη τη Γης,/ σ’ όλες τις χώρες,/ την ίδια γλώσσα οι άνθρωποι μιλούν» («Βοστόκ»). Γι’ αυτό και κάθε της Σοβιετικής Ενωσης επιτυχία είναι παγκόσμια:

«Μ’ ανέβασαν στους ώμους τους οι σύντροφοι της ΕΣΣΔ/ κι είδα τη Γης/ με τα τετράγωνά τους χεροπάλαμα,/ κίτρινα, μάβρα, κόκκινα, άσπρα χεροπάλαμα,/ γιομάτα αμάχες από ηλεκτρόνια,/ από φωτόνια γιομάτα αγάπες,/ με σήκωσαν στα μπράτσα τους οι άνθρωποι της Γης/ κι είδα τη Γης» («Βοστόκ»).

Ο αγώνας για το δίκιο και τη λευτεριά οδήγησε τον Τάκη Κόντο στον κομμουνισμό. Ο αγώνας αυτός χρειαζόταν οργάνωση και αυτήν την οργάνωση την πρόσφερε μόνο το Κομμουνιστικό Κόμμα, εργαστήρι του καινούριου νόμου, όπου ο Ανθρωπος που κοιτά ψηλά, ο κομμουνιστής με τις απεριόριστες δυνατότητες, χτίζει το ειρηνικό, χαρούμενο, λιόλουστο αύριο:

«Νερά, βουνά, ποτάμια, δάση,/ άστρα κι απύθμενοι ουρανοί/ κι ό,τι δεν έχει ακόμα πιάσει/ της γης ετούτης ή άλλου τόπου/ όλα στη φούχτα εσένανε/ του Ανθρώπου,/ ν’ απλοχερίζει το ψωμί, να κυβερνάει την πλάση,/ νάνε τα νιάτα αγέραστα, νάνε η δουλιά γιορτάσι.

******

»Με το γαρούφαλο στ’ αφτί,/ με το γαρούφαλο της νίκης/ – πουργός και πρωτομάστορας/ καινούργιας Κτίσεως και Νόμου -/ ρυθμό πεντάχρονο σφυράς,/ στερνό ρυθμό, γιορτής χαράς/ του παναθρώπινου Οικοδόμου./ Κι ήλιος ανέσπερος φωτάει/ το γιγαντένιο χτίσιμό σου,/ γόνιμος ήλιος οδηγάει/ το χέρι σου, το μέτωπό σου,/ το φως, που αστράφτει κι αναβράει/ ανήσκιο γύρα σου κι εντός σου,/ το φως του Κόμματός σου» («Στάλιν»).

Το ποίημα «Λένιν»

Την επαύριο της 18ης Νοέμβρη 1975, ο νόμιμος πια «Ριζοσπάστης», περιγράφοντας την εκδήλωση για τα 57χρονα του ΚΚΕ, αναφέρει: «Ο αγωνιστικός παλμός του πλήθους φτάνει στο αποκορύφωμα του, όταν ο Βασίλης Διαμαντόπουλος απάγγειλε τον “Λένιν” του Τάκη Κόντου». Ο ποιητής ήταν ακόμα στο Παρίσι κι έμαθε αμέσως για την εκδήλωση, από ένα συγκινητικό τηλεφώνημα. Οπως όλοι οι ποιητές, ήξερε πως τα ποιήματα, γεννημένα από έναν ατομικό παλμό, μπορεί να γίνουν έκφραση του πλήθους. Για τα δικά του, την απόδειξη την είχε από μια κρύα νύχτα του Γενάρη 1945: Είχε αφήσει πίσω του, μ’ άλλους πολλούς, την Αθήνα και «πέρα απ’ τα ντερβένια της Χασιάς κι απ’ της Φυλής το κάστρο» («Αθήνα Δεκέμβρης»), ξανάρχιζαν την αντίσταση. Κείνη τη νύχτα, σ’ ένα σκοτεινό χωριάτικο δωμάτιο, μερικοί ζεσταίνονταν λέγοντας κι ακούγοντας ποιήματα. Κάποιος είπε στον πατέρα μου: «Πες τον “Λένιν”. Τον ξέρεις;». Χαμογέλασε ο ποιητής: – «Ξέρεις ποιος έγραψε τον “Λένιν”»; – «Τι σημασία έχει αν τον ξέρω;», εκνευρίστηκε ο άλλος. – «Σάμπως ξέρουμε ποιος έγραψε τα δημοτικά τραγούδια; Τα λέμε, όμως! Αν τον ξέρεις, πες τον!». Ο πατέρας μου, χωρίς να αποκαλύψει ότι εκείνος έγραψε αυτό το ποίημα, το είπε ανώνυμα εκείνη τη νυχτιά, σαν δημοτικό τραγούδι:

«Λένιν/ Και τ’ όνομά του μοναχά/ βαριά βουερά αντηχά/ πιο απ’ όλες όλες τις καμπάνες της παλιάς Ρουσίας./ Γιόμισε η πλάση γιόμισε κι ο αχός/ βροντά στων καθεστώτων τα ντουβάρια./(…)

** * * * *

»Λένιν/ Μην είσουν τάχατε ο Μεσσίας;/ Ο δυνατός, ο διαλεχτός μιανής φυλής/ με τα μοιραία και τα ρητά και τα γραμμένα;/ Τίποτα/ Είσουν μονάχα το γκάστρι μιας οργής/ και μιας κόκκινης ώρας η γέννα./ Είσουν ο φτασμένος ο καιρός, είσουν μια ζεστή καρδιά/ μέσα σε λέφτερο αντρίκειο στήθος,/ η δύναμη, η ορμή, η σφιχτή γροθιά,/ είσουν το Πλήθος.

** * * * *

»Λένιν!/ Θρασομανούσε η Επανάσταση/ μέσ’ στ’ ατσαλένια χεροπάλαμά σου/ και να! σαν αστραπή κι αστροπελέκι/ φλοβάει, βροντά το μήνυμά σου:/ “Κόσμε ραγιά, τα πάντα είνε δικά σου,/ τα παλάτια, η γης, η λεφτεριά σου,/ κι όλα τα δίκια και τ’ αδικεμένα./ Χτύπα και πάρτα/ και πάρε πίσω τα κλεμμένα!”(…)

** * * * *

»Κι οδηγητής και γκρεμιστής και πλάστης/ πήρες τον άπραγο το Σλάβο/ κι απ’ τον ανέγνωμο, βαριόμοιρο χωριάτη,/ από το σκλάβο,/ τον τρισελέφτερο/ ζωντάνεψες Εργάτη./ Κι αν τώρα μέσ’ στη χώρα το λιβάνι/ δε θυμιατίζει σανιδιόφτιαχτους αγίους,/ φουρτούνιασε ως τους γκρίζους ουρανούς/ στα δασωμένα του εργοστάσια το ντουμάνι.

** * * * *

»Λένιν!/ Εσύ που μιαν αγάπη γιγαντένια/ μέσ’ στο ντουνιά διπλοθεμέλιωσες,/ με το πιο γόνιμο το μίσος,/ πέθανες ίσως;

Πέθανες; Ψέμα,/ πεθαίνουν μονάχα τα ζωντίμια./ Αλλαξες κι έγινες βλαστήμια,/ κι έγινες το καφτό μας αίμα/ η ελπίδα γένηκες και φως και πίστη/ και πίστη μας αντρίκεια/ Κοσμοχτίστη».

Εργογραφία Τ. Κόντου

«Παραμύθια κατά τον Αίσωπο» (Κάιρο 1930, Αθήνα, «Ι. Κολλάρος», 1932. Εμμετρο. Εγκρίθηκε σαν ελεύθερο ανάγνωσμα στη Δημοτική και Μέση Εκπαίδευση). «Δουλέβοντας τ’ ατσάλι» (1978). «Ο Πατέρας (ο αφορισμένος δάσκαλος της Λέσβος)», «Γραμμή» (1980. Ιστορία και βιογραφία του πατέρα του, Ιωάννου Κ. Κόντου, που τον αφόρισε στο τέλος του 19ου αιώνα ο πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως Ιωακείμ Γ` για τη φιλολαϊκή του δραστηριότητα, όταν, σαν σχολάρχης στην Καλλονή Λέσβου, διεκδίκησε για χάρη του λαού την υλοποίηση μιας δωρεάς για το χτίσιμο σχολείου στην Καλλονή, δωρεά που νέμονταν το Πατριαρχείο). «Μικρασία… τέλος» «Γραμμή», 1980. Ιστορική ανάλυση της Μικρασιατικής Εκστρατείας, όπου ο συγγραφέας συμμετείχε από την αρχή έως το τέλος (1919-1922). «Το αρχαίο Αθηναϊκό θέατρο προμαχώνας της Αθηναϊκής Δημοκρατίας» (πολιτικοκοινωνική ανάλυση της σκοπιμότητας του αρχαίου θεάτρου και απομυθοποίηση του Πλάτωνα και του Σωκράτη. Στο βιβλίο περιλαμβάνεται και απόσπασμα της ευριπιδικής «Ανδρομάχης» σε έμμετρη μετάφραση του Τ. Κόντου. «Γραμμή» 1981).«Μακρόνησος ο νέος “Παρθενών” («Θουκυδίδης» 1982. Μαρτυρία). «Η Ελληνική Επανάσταση του 1821 και η Ιερά Συμμαχία το ΝΑΤΟ της εποχής» («Θουκυδίδης» 1983. Συγκριτική ανάλυση των δύο εποχών και των επιπτώσεων της τοτινής και σύγχρονης ελληνικής και διεθνούς πραγματικότητας).

Γιάννα ΚΟΝΤΟΥ
Πηγή: Ριζοσπάστης, επίσης εδώ το διήγημα “Ο Βάρναλης και το χασίσι”