Category Archives: Γιώργος Κοροπούλης

“είμαστε μόνο στο Γκουαντάναμο κάτω απ΄ την κουκούλα”

(απομαγνητοφώνηση): Η περίφημη σύγκρουση των πολιτισμών έχει νόημα μόνο ως θέαμα, προϋποθέτει συνεπώς την μετατροπή του πολιτισμού στο θέαμά του, είτε πρόκειται για τον υλικό πολιτισμό είτε στο άλλο άκρο του φάσματος για την καθαρή υποτίθεται σφαίρα της τέχνης. Μπορούμε να κάνουμε χάζι ένα πολιτισμό, στα μουσεία, στα ντοκιμαντέρ, σαν τουρίστες. Μπορούμε να αποθαυμάσουμε ή να αποδοκιμάσουμε το απολίθωμα του, που έχει κατ΄ανάγκην τη μορφή εμπορεύματος ή το ίδιο κάνει την μορφή στερεότυπων παραδοχών. Η σύγκρουση των πολιτισμών προϋποθέτει μιαν εξ ορισμού μη μεταφράσιμη ουσία που την αντιλαμβανόμαστε εναλλακτικά σαν απειλητική ή αξιοθέατη. Προϋποθέτει επίσης μιαν αξιολόγηση, οσάκις οι πολιτισμοί συγκρούονται ο ανώτερος κυριαρχεί. Η Ελλάδα νικάει τον νικητή της. Με δύο λόγια, η σύγκρουση των πολιτισμών είναι το θεωρητικό σχήμα που λαμβάνει η απλή μισαλλοδοξία και αποτελεί το πιο εκλεπτυσμένο άλλοθι για την κατοχή ή για τα τείχη που υψώνονται ολοένα συχνότερα σε όλο και περισσότερα σημεία του κόσμου. Γύρω από τους Παλαιστινίους, στα περάσματα απ΄ το Μεξικό προς τις ΗΠΑ ή άυλα πια στα όρια της Ευρώπης. Ο ακριβέστερος ορισμός του Θεού που δόθηκε ποτέ ήταν πως πρόκειται για έναν κύκλο που το κέντρο του είναι παντού και η περιφέρειά του πουθενά. Το ίδιο μπορούμε να πούμε για τον πολιτισμό όπως και να τον κατανοήσουμε. Από την απλή πολιτισμένη όπως την αποκαλούμε σήμερα συμπεριφορά ως το απόθεμα τελετών ή έργων τέχνης, ο πολιτισμός όπως και η γλώσσα ζει μόνο υπό συνθήκη οιονεί μετάφρασης. Ότι και αν λέμε με τα ήθη μας, με τις γεύσεις, με τις σιωπηρές παραδοχές μας μιλάμε κρεολικά, ειδάλλως τι θα ενδιέφερε αυτό που λέμε και ποιόν. Το άγχος να είμαστε αναγνωρίσιμοι, να είμαστε εμείς προϋποθέτει ένα κενό πολιτισμού αλλιώς θα ήταν προφανές πως είμαστε ήδη άλλοι σε σχέση με τον χθεσινό εαυτό μας. Εμείς είμαστε μόνο στο Γκουαντάναμο κάτω απ΄ την κουκούλα. Ένας φίλος που παντρεύτηκε Αγγλίδα μου περιέγραφε ότι άκουσε το κοριτσάκι του να τσακώνεται και πεισμωμένο να φωνάζει στα άλλα παιδιά I’ll go and I’ll para-go (παρά). Μπορούμε να μιλάμε για πολιτισμό αλλά θα πρέπει να μιλήσουμε έτσι πάνω στο σύνολο που καταρρέει, υπό όρους επιμειξίας, ναι – όχι όμως κατοχής. Τα greeklish εκ παραγείγματι στους αντίποδες του περιστατικού που ανέφερα. Greeklish θα μιλούσαν τα εμπορεύματα αν είχαν φωνή. Μην χάσουμε τον εαυτό μας, μέγα άγχος, θα πρέπει βέβαια να έχεις κάτι ουσιώδες να χάσεις δηλαδή κάτι ουσιώδες να πεις. Όλη η ιδιοπροσωπεία παίζεται και χάνεται εδώ. Μην έχοντας τίποτα να πούμε δεν μπορούμε και να φανταστούμε τους άλλους να λένε κάτι που θα μας ένοιαζε. Δεν μπορούμε να φανταστούμε καν πως υπάρχουν άλλοι, βλέπουμε μόνο κάτι άμορφο να απειλεί ότι πολύ θα θέλαμε να ήμασταν και έτσι μόνο υπάρχουμε. Αυτό βεβαίως σημαίνει ότι καθ’ εαυτήν η έννοια της σύγκρουσης των πολιτισμών είναι πολιτικό εργαλείο. Όσο κι αν την λειάνουμε όπως κι αν την στολίσουμε είναι η επιγραφή στην πύλη ενός στρατοπέδου προσφύγων όπου όλοι θα καταλείξουμε. Ο Μαλερό έλεγε πως ο πολιτισμός μας είναι ο μοναδικός που δεν επινόησε δικούς του θεούς και δικούς του τάφους. Η διατύπωση είναι εσκεμμένα οξύμωρη φυσικά, οι θεοί και οι ταφές αλλάζουν ακατάπαυστα, όμως δεν έχει νόημα να μιλάμε για πολιτισμό αν δεν ξέρουμε πια να πενθούμε, όχι πως να πενθούμε αλλά σκέτο, να πενθούμε. Φεύγοντας από την Πάργα, οι Σουλιώτες, περιγράφει ο Περραιβός, ξέθαψαν και πήραν μαζί τα κόκαλα των πεθαμένων τους. Έτσι δόθηκε μια για πάντα ο ορισμός του πρόσφυγα. Περιτρέχοντας μια γη που σε κάθε σπιθαμή της κατέχεται από εμπορεύματα, βουλιάζοντας με τα σαπιοκάραβα, δαρμένοι στα αστυνομικά τμήματα, στοιβαγμένοι στα πρόχειρα στρατόπεδα με την αξιοπρέπειά τους θύμα της φιλανθρωπίας, πολύγλωσσοι και αναμεμιγμένοι οι μετανάστες κουβαλάνε τα κόκαλα των γονιών τους και τα παιδιά τους και λένε πως η σύγκρουση των πολιτισμών είναι η πιο χυδαία επινόηση.

Αμφί Αγοράν Πλήθουσαν του Γιώργου Κοροπούλη No11 (2009)