Ο μεταφυσικός Λένιν προσεύχεται

Αναγνωρίζει ο ομιλητής ότι είναι σωστή η θέση του “Ενγκελς ότι το «πράγμα καθεαυτό» μετατρέπεται σε «πράγμα για μας»;” (1)

 

πράγμα καθεαυτό ≠ πράγμα για μας

μεταφυσική ≠ υλισμός

σολιψισμός ≠ συλλογικό

ένα γυμνό αφηρημένο εγώ ≠ ένα προσδιορισμένο κοινωνικό ον

αφετηριακός πυρήνας ≠ κίνηση διαλεκτικής διαμεσολάβησης

γνωσιοθεωρητικός ιδεαλισμός = καθαρή εμπειρία

μηχανιστικός μονισμός + θεολογία = υλιστικός ντετερμινισμός

τελεολογία + causa Finalis = Θεός

ΙΔΕΑΛΙΣΜΌΣ = “όλος ο κόσμος δεν είναι παρά η παράστασή μου γι’ αυτόν”. (2)
Λένιν: δεν υπάρχει αντικείμενο χωρίς υποκείμενο, ενώ για τον υλισμό το αντικείμενο υπάρχει ανεξάρτητα από το υποκείμενο και αντανακλάται λίγο – πολύ σωστά στη συνείδηση του υποκειμένου.”(3)

λίγο/πολύ = διαμεσολαβητικός προσδιορισμός + εγελιανή διαλεκτική = διαλεκτικός υλισμός

 

Ο Αντόρνο θυμάται τον Λένιν στην Αρνητική Διαλεκτική κάπως έτσι:

Όταν ο Λένιν, αντί να εξετάσει τη γνωσιολογία, εναντιωνόταν σε αυτή διαβεβαιώνοντας καταναγκαστικά και επανειλημμένα ότι τα αντικείμενα της γνώσης υπάρχουν καθ’ εαυτά. ήθελε να καταδείξει τη συνωμοτική συμμαχία τού υποκειμενικού θετικισμού με τους κρατούντες”:

τα αντικείμενα της γνώσης υπάρχουν καθ’ εαυτά”: η Λενινιστική προσέγγιση όσον αφορά τα αντικείμενα της γνώσης είναι ξεκάθαρη ότι το “πράγμα καθ’ αυτό” μετατρέπεται σε “πράγμα για μας”. Ο Αντόρνο μάλλον ξέχασε την πράξη στις φροντιστηριακές ακαδημαϊκές αίθουσες. Η θεωρία πολλές φορές καταπίνει την πράξη. Αυτό το “μετατρέπεται” γίνεται ακριβώς εκείνο στο οποίο ο Αντόρνο ως συνεπής θεωρητικός έπρεπε να εντρυφήσει και όχι να διατυπώνει την αναθεωρημένη κριτική στον υλισμό με άρωμα μυστικιστικού καντιανισμού ως εξής:

Ο υλισμός πισωγυρίζει στη βαρβαρότητα που ήθελε να εμποδίσει, η ανάσχεση αυτής της επαναστροφής δεν θα ήταν ο πιο αδιάφορος στόχος, αλλά ένα από τα καθήκοντα μιας κριτικής θεωρίας. Διαφορετικά θα συνεχισθεί η παλαιά αναλήθεια, με μικρότερο συντελεστή τριβής και έτσι ακόμη χειρότερα. Το κατώτερο αυξάνεται αφού η κατάληξη της επανάστασης ήταν ανάλογη με εκείνη την αλλοτινή επάνοδο του Μεσσία. Η υλιστική θεωρία δεν βγήκε απλώς αισθητικά ζημιωμένη σε σύγκριση με την κενή περιεχομένου πλέον υπέροχη λεπτότητα της αστικής συνείδησης, αλλά αποδείχθηκε αναληθής. Η αναλήθεια του μπορεί να καθορισθεί θεωρητικά. Η διαλεκτική υπάρχει μέσα στα πράγματα, αλλά θα ήταν ανύπαρκτη χωρίς τη συνείδηση που τη στοχάζεται, όπως άλλωστε δεν μπορεί να εξαφανισθεί μέσα στη συνείδηση. Σε μια απολύτως μια, ολική ύλη χωρίς διαφορές δεν θα υπήρχε διαλεκτική. Η επίσημη υλιστική διαλεκτική υπερπήδησε με διατάγματα τη γνωσιολογία, η οποία την εκδικήθηκε: στη θεωρία της απεικόνισης. Η σκέψη δεν είναι απείκασμα. Ομοίωμα του πράγματος – τέτοια την κάνει μόνο η υλιστική μυθολογία επικούρειου τύπου, η οποία εφευρίσκει τα είδωλα που εκπέμπει η ύλη, – αποβλέπει στο ίδιο το πράγμα. (…) Η υλιστική λαχτάρα για κατανόηση του πράγματος θέλει το αντίθετο: μόνο χωρίς εικόνες θα μπορούσε κανείς να σκεφθεί το πλήρες αντικείμενο. Μια τέτοια απουσία εικόνων συγκλίνει με τη θεολογική απαγόρευση των εικόνων. Ο υλισμός εκκοσμίκευσε αυτή την απαγόρευση, καθώς δεν επέτρεψε τη θετική απεικόνιση της ουτοπίας, αυτό είναι το νοηματικό περιεχόμενο της αρνητικότητας του. Με τη θεολογία συμφωνεί εκεί όπου είναι πιο υλιστικός από οπουδήποτε αλλού. Η λαχτάρα του θα ήταν η ανάσταση της σάρκας, η οποία είναι εντελώς ξένη προς τον ιδεαλισμό, το βασίλειο του απόλυτου πνεύματος. Σημείο φυγής του ιστορικού υλισμού θα ήταν η άρση του εαυτού του, η απελευθέρωση του πνεύματος από την πρωτοκαθεδρία των υλικών αναγκών στην κατάσταση εκπλήρωσής τους. Μόνο με την ικανοποιημένη σωματική παρόρμηση θα συμφιλιωνόταν το πνεύμα και θα γινόταν αυτό που τόσον καιρό απλώς επαγγέλλεται, καθώς υπό τη μαγική επήρεια των υλικών συνθηκών απαγορεύει την ικανοποίηση των υλικών αναγκών.”

Οι Marx και Engels θεωρούν: “Εμείς είδαμε ξανά υλιστικά τις ιδέες του κεφαλιού μας σαν απεικονίσεις των πραγματικών πραγμάτων, αντί να βλέπουμε τα πραγματικά πράγματα σαν απεικονίσεις αυτής ή εκείνης της βαθμίδας της απόλυτης ιδέας.” (5)

Οι Marx και Engels μιλάνε για “απεικονίσεις των πραγματικών πραγμάτων” όχι όμως με βάση ένα a priori αξίωμα ότι τα “πραγματικά πράγματα” υπάρχουν ως τα καντιανά καθ’ αυτά. Αυτό που κάνει τα “πραγματικά πράγματα” να είναι πραγματικά είναι οι “απεικονίσεις”. Ο όρος “απεικονίσεις” ας μην συγχέεται με τις εικόνες όπως ακριβώς την πάτησε ο Αντόρνο. Ο Αντόρνο ισχυρίζεται στην Αρνητική Διαλεκτική ότι ο “Υλισμός δεν έχει εικόνες”. Ο υλισμός όμως και βέβαια έχει εικόνες γιατί ο υλισμός μετατρέπει το “πράγμα καθ’ αυτό” σε “πράγμα για μας”. Η πράξη είναι το διαμεσολαβητικό στοιχείο που κάνει τον υλισμό όχι μόνο να έχει εικόνες αλλά να μπορεί να διαμορφώνει τις δικές του εικόνες.

Συνεχίζει ο Αντόρνο ισχυριζόμενος ότι η επανάσταση “ήταν ανάλογη με εκείνη την αλλοτινή επάνοδο του Μεσσία”. Για να γίνει κατανοητό δηλαδή, ο Αντόρνο βλέπει την προλεταριακή επανάσταση ως την Δευτέρα Παρουσία. Είναι αλήθεια όμως ότι ο Αντόρνο εδώ μπερδεύει την “θεολογία” της δικής του συνειδησιακής κλούβιας επανάστασης με την “ψευδο-δράση” της δεκαετίας του 1960. Η προλεταριακή επανάσταση του 1917 δεν έχει σχέση ούτε με την τόσο δικιά του επανάσταση ούτε με την πανηγυρική δεύτερη.

Η λαχτάρα του υλισμού κατά τον Αντόρνο είναι “η ανάσταση της σάρκας”. Από που όμως αλήθεια πηγάζει αυτή η συμπερασματική του αφοριστική φιλοσοφική συλλογιστική; Ποιους αλήθεια οι Marx, Engels και Λένιν θέλουν και λαχταρούν να αναστήσουν;

Κάθε άλλο παρά το μόνο που λαχταρούν είναι να επαναστατήσουν; 

 

 

 

 

Αναφορές:

(1) Λένιν, Υλισμός και Εμπειριοκριτικισμός, Άπαντα ΛΈΝΙΝ Τόμος 18, Εκδόσεις Σύγχρονη Εποχή, 2011, (σελ: 5).

(2) Λένιν, Υλισμός και Εμπειριοκριτικισμός, Άπαντα ΛΈΝΙΝ Τόμος 18, Εκδόσεις Σύγχρονη Εποχή, 2011, (σελ: 35).

(3) Λένιν, Υλισμός και Εμπειριοκριτικισμός, Άπαντα ΛΈΝΙΝ Τόμος 18, Εκδόσεις Σύγχρονη Εποχή, 2011, (σελ: 82).

(4) Theodor W. Adorno, Αρνητική διαλεκτική, Εκδόσεις: Αλεξάνδρεια, 2006, (σελ: 249-253).

(5) Marx – Engels, Διαλεχτά Έργα, Τόμος ΙΙ, Εκδόσεις Ιδιωτική, 1980, (σελ: 145).

Leave a comment