Monthly Archives: June 2015

φτιάχνε ταξικά σουβενίρ να ξανάρθουν οι μεγάλοι

1. Μια παραμορφωμένη πινελιά οδύνης

σε τσουχτερές αμοιβάδες

φτιάχνε ταξικά σουβενίρ

να ξανάρθουν οι μεγάλοι

ν’ αγοράσουνε κτήματα και δρόμους.

 

2. Έχουν τα σωθικά μας στερέψει από δημιουργία. Ζούμε σ’ ένα κλειστό κύκλωμα αισχρής παραγωγής και σε μια μανιακή αποβλάκωση καταναλωτικής δυστυχίας.

 

3. Θρονιασμένη θανατοπνοή ανάσες τρισκατάρατες

με σε φιλιά πνιγμένη ζωής

δεν αρέσει η ορθοστασία πάντα

ο εργάτης απειλείται από χρόνιες φοβίες.

 

4. Θανατικό προλεταριάτο

κέντησε τα βάσανα

μπροστάρικη ωραία επανάσταση

γιατί δεν μπορεί κι αλλιώς

ουδεμία σωτηρία τελική μορφή πυγμής

βρικολακιασμάτων σκεπτική

ουδεμία τέλος ψυκτικό πιάσιμο – η υπνωτική περάτωση.

 

5. Πλουταρχικά άσματα πολυφωνικού ρέκβιεμ

σε σαλόνια νεκρών μηχανών

υπερασπίζω τα σύνορα

ουραγών ζώων

φυτοφάγα τέρατα

δυόσμος και νερό

απέραντοι δεινοί

οδηγοί ευτυχισμένοι πρόσκοποι

φως σε οδοστρωτήρες

εργάτες με χειροπέδες

μεγάλης ποιότητας σχεδόν άσπρες

πολιτικές απειρότητες

συμπαντικού τέλους

και μια χρονική περιβάλλοντος – πιθήκου σκέψη.

Α. Πενέρης

Το «όχι» που συμφέρει το λαό

η αποψη μας

 

Στο δημοψήφισμα της Κυριακής 5 Ιούλη, ο λαός δεν πρέπει να συρθεί να επιλέξει ανάμεσα στη Σκύλλα και τη Χάρυβδη, δηλαδή ανάμεσα στην πρόταση ΕΕ – ΕΚΤ – ΔΝΤ για συμφωνία και την πρόταση των 47+8 σελίδων της κυβέρνησης. Και τα δύο ισοδυναμούν με νέο αντιλαϊκό μνημόνιο. Φέρνουν νέα αντιλαϊκά μέτρα, που προστίθενται στα προηγούμενα.

Πραγματικό συμφέρον του λαού είναι να σηκώσει το ανάστημά του. Να εκφράσει με όλα τα μέσα και τους τρόπους την αντίθεσή του στην ΕΕ και τα μνημόνια διαρκείας, ψηφίζοντας στην κάλπη την πρόταση του ΚΚΕ: «Οχι στην πρόταση των ΕΕ – ΔΝΤ – ΕΚΤ. Οχι στην πρόταση της κυβέρνησης. Αποδέσμευση από την ΕΕ, με το λαό στην εξουσία».

Η άρνηση της κυβερνητικής πλειοψηφίας ακόμα και να συζητήσει στη Βουλή την πρόταση του ΚΚΕ για το περιεχόμενο των ερωτημάτων, που θα τεθούν στο δημοψήφισμα, επιβεβαιώνει ότι στόχος της είναι να νομιμοποιήσει, μέσα από αυτό, το δικό της μνημόνιο, έναντι αυτού που προτείνουν οι ιμπεριαλιστικοί «θεσμοί», ή ένα άλλο μνημόνιο, προϊόν συμβιβασμού της τελευταίας ώρας.

Αυτό που δεν λέει η κυβέρνηση, όπως και τα κόμματα που καλούν σε υπερψήφιση της πρότασης των ΕΕ – ΕΚΤ – ΔΝΤ, είναι ότι είτε με «ναι», είτε με «όχι» στο ερώτημα που διαμορφώθηκε τελικά για το δημοψήφισμα, ο λαός βάζει από μόνος του το κεφάλι κάτω από τη λεπίδα, ανεξάρτητα αν τελικά θα του το κόψει η γκιλοτίνα της ελληνικής πρότασης, ή η λαιμητόμος των ιμπεριαλιστικών οργανισμών.

Η κυβέρνηση εμφανίζεται να λέει «όχι» στην πρόταση της τρόικας, η οποία όμως είναι κατά 80% ίδια με τη δική της.

Η πρόταση της κυβέρνησης διατηρεί τους αντιλαϊκούς νόμους των προηγούμενων μνημονίων, επαναλαμβάνει βασικές διακηρύξεις της συμφωνίας της 20ής Φλεβάρη, που αποτέλεσε βάση για τις διαπραγματεύσεις από εκεί και πέρα, και προβλέπει νέα μέτρα σε βάρος του λαού, ύψους 7,9 δισ. ευρώ.

Από αυτήν τη σκοπιά, είναι πρόκληση ο πρωθυπουργός να κομπάζει από το βήμα της Βουλής ότι η κυβέρνησή του δεν έφερε ένα νέο μνημόνιο. Επέκταση του μνημονίου ήταν η συμφωνία της 20ής Φλεβάρη, νέο μνημόνιο 47 σελίδων έχει υπογράψει ο ίδιος και το έχει στείλει στους εταίρους του για έγκριση. Αλλωστε, στελέχη της διαβεβαιώνουν ότι ακόμα και τώρα οι επαφές με τους «θεσμούς» συνεχίζονται στο παρασκήνιο, προκειμένου να υπάρξει συμφωνία πριν φτάσουμε στο δημοψήφισμα.

Αν υπάρξει συμφωνία, αυτή θα είναι κάτι ανάμεσα στο κείμενο των 47+8 σελίδων και την πρόταση των ιμπεριαλιστικών «θεσμών». Δηλαδή, ένα καραμπινάτο νέο μνημόνιο. Ομως, νέα αντιλαϊκά μέτρα θα έρθουν και χωρίς συμφωνία, γιατί και αυτή η κυβέρνηση, όπως και οι προηγούμενες, είναι δεσμευμένη στις απαιτήσεις του κεφαλαίου που απαιτεί να στηριχτεί η ανάκαμψη των κερδών του.

Το ερώτημα του δημοψηφίσματος είναι έτσι διατυπωμένο, ώστε κάθε απάντηση να οδηγεί και σε ένα νέο μνημόνιο.

Θα το επιτρέψει ο λαός; Το ΚΚΕ λέει όχι και τον καλεί να βάλει τη σφραγίδα του στις εξελίξεις. Να δείξει ότι κυβέρνηση και ιμπεριαλιστικοί θεσμοί δεν μπορούν να τον εκβιάσουν, να τον τρομοκρατήσουν, να τον κοροϊδέψουν.

Το ΚΚΕ θα αξιοποιήσει το δημοψήφισμα, για να ενημερώσει το λαό για τις θέσεις του και την πραγματική διέξοδο που προτείνει.

Θα παλέψει για να εκφραστεί μαζικά στην κάλπη το μόνο γνήσιο «όχι» που συμφέρει το λαό.

Η ανάδυση της μη αριστερής αριστεράς (J. Petras)

Η ανάδυση της μη αριστερής αριστεράς: Η δραστική αναδιάταξη της νοτιοευρωπαϊκής πολιτικής
του James Petras
Information Clearing House

Κατά τη διάρκεια της τελευταίας δεκαετίας έχουν λάβει χώρα ουσιώδεις αλλαγές στη Νότια Ευρώπη. Οι αλλαγές αυτές έφεραν τη ρήξη με προηγούμενους πολιτικούς προσανατολισμούς, φέρνοντας ως αποτέλεσμα την εξαφάνιση, σχεδόν, των παραδοσιακών αριστερών κομμάτων, την παρακμή των συνδικάτων και την ανάδυση του “μεσοαστικού ριζοσπαστισμού.”

Τα νέα πολιτικά κινήματα, που υποτίθεται ότι βρίσκονται στην αριστερά, δεν βασίζονται πια στους ταξικά συνειδητούς εργάτες, ούτε και αποτελούν κομμάτι της ταξικής πάλης. Παρομοίως, στα δεξιά, δίνεται μεγαλύτερη σημασία στην κλιμάκωση της οπισθοδρομικής δυνατότητας του κράτους παρά στην αναζήτηση οικονομικών αγορών.

Η ριζοσπαστικοποίηση της δεξιάς, περιλαμβανομένων των μαζικών περικοπών στις κοινωνικές δαπάνες, κατεδάφισε τα κοινωνικά προγράμματα. Η απαλλοτρίωση των νοικοκυριών έχει καταστρέψει τη συνοχή των κοινωνικών οργανώσεων που βασίζεται στη γειτονιά.

Στη θέση της παραδοσιακής, ταξικής αριστεράς, αναδύθηκαν “μη αριστερά αριστερά” κινήματα. Οι ηγέτες τους χαιρετίζουν τη “συμμετοχική δημοκρατία” αλλά η πολιτική τους πρακτική είναι καθετοποιημένη.

Στα δεξιά, η πολιτική δεν περιστρέφεται πλέον γύρω απ’ την συντήρηση των εθνικών οικονομικών προνομίων. Οι ηγέτες της δεξιάς υποτάσσουν αυτοβούλως την οικονομία και την κοινωνία σε ιμπεριαλιστικές σταυροφορίες, οι οποίες αδειάζουν κάθε νόημα απ’ την εθνική κυριαρχία, ενώ λεηλατούν τα εθνικά ταμεία.

Το δοκίμιο αυτό θα συζητήσει αυτές τις πολύπλοκες αλλαγές και το νόημά τους.

Η “μη αριστερή αριστερά” στη Νότια Ευρώπη

Η οικονομική κρίση, και κυρίως η επιβολή αυστηρών περικοπών στους μισθούς, τις συντάξεις και άλλα κοινωνικά προγράμματα από δεξιές και σοσιαλδημοκρατικές κυβερνήσεις, οδήγησε σε εξαπλωμένη δυσαρέσκεια, την οποία τα παραδοσιακά αριστερά κόμματα, που βασίζονται στο χώρο εργασίας, απέτυχαν να εκμεταλλευτούν, κινητοποιώντας έτσι και το λαό. Η παρατεταμένη και διαρκώς αυξανόμενη ανεργία, καθώς και η αύξηση της προσωρινής εργασίας, έχουν επιδράσει σε πάνω από το 50% των δυνάμεων της εργασίας.

Η εκπροσώπηση στα συνδικάτα έχει μειωθεί ραγδαία, αδυνατίζοντας περαιτέρω την παρουσία των παραδοσιακών αριστερών κομμάτων στα εργοστάσια.

Οι μεγάλης κλίμακας εξώσεις, τα “κόκκινα” στεγαστικά δάνεια και η απώλεια εργασίας που τα συνοδεύει έχουν οδηγήσει σε κινήματα και πάλη κατά των εξώσεων, που έχουν ως έδρα τις γειτονιές. Εκατομμύρια νέων εργαζομένων βασίζονται πια στις συντάξεις των παππούδων και γιαγιάδων τους και μένουν στο σπίτι των γονιών τους με άλλες δυο γενιές. Για τους νέους εργαζόμενους, η επιδείνωση της ποιότητας της καθημερινής ζωής, η απώλεια προσωπικής αυτονομίας και η ανικανότητα να ζήσουν αυτόνομα, οδήγησαν σε εξεγέρσεις στο όνομα της “αξιοπρέπειας.”

Παραδόξως, και παρά το γεγονός ότι η κρίση βαθαίνει ανάμεσα στους περισσότερους εργάτες, η παραδοσιακή αριστερά παρήκμασε. Ο προσανατολισμός της στο χώρο εργασίας και η γλώσσα της ταξικής πάλης δεν βρίσκουν απήχηση σε όσους δεν έχουν ούτε δουλειά ούτε προοπτικές. Για τη ριζοσπαστικοποιημένη μεσαία τάξη η παραδοσιακή αριστερά παραείναι ριζοσπαστική, εφόσον επιδιώκει την ανατροπή του καπιταλισμού, και είναι υπερβολικά μακριά απ’ την εξουσία για να πραγματοποιήσει αλλαγές.

Η ριζοσπαστικοποιημένη μεσαία τάξη περιλαμβάνει τους δημόσιους υπαλλήλους, επαγγελματίες και αυτοαπασχολούμενους οι οποίοι έχουν τη φιλοδοξία, και ως πρόσφατα και την εμπειρία, της ταξικής ανόδου, βρήκαν όμως τώρα το δρόμο τους κλειστό από τα προγράμματα λιτότητας τα οποία επέβαλλαν τα δεξιά και τα σοσιαλδημοκρατικά κόμματα.

Απογοητευμένη από την σοσιαλδημοκρατική προδοσία και αντιμέτωπη με την ταξική ολίσθιση προς τα κάτω, η ριζοσπαστικοποιημένη μεσαία τάξη είναι συγχυσμένη και κατακερματισμένη. Πολλοί μπήκαν σε άμορφες διαμαρτυρίες στο δρόμο· κάποιοι προσχώρησαν, τις περισσότερες φορές προσωρινά, στα εναλλακτικά δεξιά κόμματα, για να αντιμετωπίσουν όμως ακόμα πιο ωμές περικοπές στις θέσεις εργασίας, ανασφάλεια, και καθοδική ταξική πορεία.

Η μεσαία τάξη νιώθει μεγάλο θυμό για το γεγονός ότι στερείται, αυτή και τα παιδιά της, τη δυνατότητα να ανέβει στην κοινωνική κλίμακα. Νιώθει μεγάλο θυμό για την προδοσία των συμφερόντων της από τους πρώην “μετριοπαθώς προοδευτικούς” σοσιαλδημοκράτες ηγέτες της. Η βαθιά της εχθρότητα προς τις αρχές έχει τις ρίζες της στην απώλεια του προηγούμενου στάτους της, ως συνέπεια της κρίσης.

Ο μεσοσαστικός ριζοσπαστισμός περιορίζεται από την νοσταλγία για το παρελθόν. Ο ριζοσπαστισμός αυτός έχει τις ρίζες του στην προσπάθεια να αποκατασταθούν τα κοινωνικά επιδόματα και η αναπτυξιακή πολιτική της ΕΕ. Τα μεσαία στρώματα θυμούνται ένα πρόσφατο παρελθόν, με επίπεδο διαβίωσης και “κοινωνική πολιτική” που τώρα τα παιδιά τους δεν μπορούν να βρουν. Το όραμα αυτό καθοδηγεί τη ρητορική ότι τα προοδευτικά μεσαία στρώματα είχαν κερδίσει και απολάμβαναν τα αυξανόμενα εισοδήματά τους “με την αξία τους.”

Σήμερα, η ριζοσπαστικοποιημένη μεσαία τάξη αναζητά πρακτικές, συγκεκριμένες, και κυβερνητικά χρηματοδοτημένες  πολιτικές, ικανές να αποκαταστήσουν την προηγούμενή της ευμάρεια.  Ο στόχος της δεν είναι να “ισιώσει το γήπεδο” για όλους, αλλά να αποφευχθεί η δική της προλεταριοποίηση. Απορρίπτει την πολιτική της παραδοσιακής αριστεράς γιατί η ταξική πάλη και η εργατοκεντρική ιδεολογία δεν προωθούν τις δικές της κοινωνικές φιλοδοξίες.

Για το μεγαλύτερο μέρος των ακτιβιστών της ριζοσπαστικοποιημένης μεσαίας τάξης οι ένοχοι είναι η “λιτότητα”, οι απατεώνες των μεγάλων τραπεζών και οι πολιτικοί-κλεπτοκράτες. Αναζητούν κόμματα που να αναμορφώνουν ή να αποκαθιστούν ηθική στον καπιταλισμό και να αποκαθιστούν την “ατομική αξιοπρέπεια.” Θέλουν να εκδιώξουν τους διεφθαρμένους αξιωματούχους. Απαιτούν “συμμετοχική δημοκρατία” αντί για τον παραδοσιακό αριστερό στόχο της δημόσιας ιδιοκτησίας [των μέσων παραγωγής] υπό εργατικό έλεγχο.

Η μη αριστερή αριστερά (ΜΑΑ) αναδύθηκε σε όλη την Ευρώπη κάτω απ’ τις συγκεκριμένες συνθήκες που έφερε η σημερινή κοινωνική κρίση. Αυθόρμητη, “αναρχική”, εξωθεσμική και προσανατολισμένη “στο δρόμο”, η ΜΑΑ υιοθέτησε το ασεβές στυλ. Στις απαρχές της, η ΜΑΑ απέρριψε τα πολιτικά κόμματα, τα ξεκάθαρα προγράμματα και τα πειθαρχημένα στελέχη για χάρη του αυθόρμητου και της ασέβειας προς το “κατεστημένο”.

Καθώς μεγάλωνε η ελκυστικότητα της ΜΑΑ, οι άνεργοι, οι προσωρινά απασχολούμενοι, οι επισφαλείς και απροστάτευτοι, μη συνδικαλιστικά οργανωμένοι εργαζόμενοι και η ριζοσπαστικοποιημένη μεσαία τάξη πήγαν σε διαδηλώσεις και βρήκαν ασφάλεια στα πλήθη. Τους προσέλκυσαν τα καλέσματα απ’ “το δρόμο” να διώξουν τους υφιστάμενους κλεπτοκράτες.

Αναδυόμενα από αυτό το κίνημα που απευθύνθηκε στο θυμό της καθοδικά εξελισσόμενης μεσαίας τάξης, οι Ποδέμος στην Ισπανία, ο ΣΥΡΙΖΑ στην Ελλάδα και το Κίνημα των Πέντε Αστέρων στην Ιταλία απευθύνθηκαν σε όλους όσους είχαν αποσυνδεθεί από την εξουσία, υποσχόμενα αποκατάσταση “αξιοπρέπειας και σεβασμού.” Προέβησαν σε άμορφες εκκλήσεις για “τέλος στη λιτότητα” με μια θολή υπόσχεση μόνο ότι αυτό θα δημιουργήσουν θέσεις εργασίας.

Η ηγεσία όμως της ΜΑΑ επηρεάζεται πολύ ξεκάθαρα από τα μη ριζοσπαστικού χαρακτήρα απωθημένα της μεσαίας τάξης με καθοδική πορεία.

Δεν είχε ποτέ εμπειρία της ταξικής πάλης και έχει απορρίψει την ταξική ιδεολογία. Για τους ηγέτες της ΜΑΑ, η κοινωνική πόλωση είναι κατά κύριο λόγο μέσο για να χτιστεί μια εκλογική βάση. Η συμμετοχή τους σε μικρής κλίμακας τοπικά κινήματα παρουσιάστηκε ως “απόδειξη” ότι οι ηγέτες της ΜΑΑ απευθυνόντουσαν σε πραγματικές λαϊκές ελπίδες.

Η μετάβαση της Μη Αριστερής Αριστεράς: Απ’ το δρόμο στα δημόσια αξιώματα

Απ’ το δρόμο, η ΜΑΑ μετακινήθηκε πολύ γρήγορα στις εκλογές και από τις εκλογές προχώρησε σε συμμαχίες με παραδοσιακά κόμματα. Πάρθηκαν στρατηγικές αποφάσεις από μια μικρή κλίκα προσωποπαγών ηγετών: η “συμμετοχική δημοκρατία” επανακαθορίστηκε ώστε να αναφέρεται μόνο στον τοπικό ακτιβισμό και τα ζητήματα της γειτονιάς — και όχι εθνικά θέματα, που ήταν η σφαίρα “ειδικών.”

Ο ΣΥΡΙΖΑ, το πρώτο κόμμα ΜΑΑ το οποίο πήρε την εξουσία, αντανακλά το τεράστιο χάσμα ανάμεσα στη ριζοσπαστική πόζα των ηγετών του και την δουλοπρεπή τους συμμόρφωση προς την καθεστηκυία εξουσία (την Τρόικα: ΔΝΤ, Ευρωπαϊκή Κομισσιόν, Κεντρική Τράπεζα), από τη στιγμή που εκλέχθηκαν στην κυβέρνηση.

Ο ΣΥΡΙΖΑ ενσωματώνει τα απωθημένα της μεσαίας τάξης απέναντι στην ευρωτεχνοκρατική ελίτ των Βρυξελλών, την οποία εγκαλεί για την απώλεια της προηγούμενης ευμάρειας και εργασιακής ασφάλειας και για την διαρκή επιδείνωση της καθημερινής ζωής. Ο ΣΥΡΙΖΑ αποκήρυξε την Τρόικα ενώ έμεινε κάτω απ’ την καθοδήγησή της. Πέταξε μύδρους κατά της ελίτ της ΕΕ με ηθικολογικό στόμφο για το γεγονός ότι έκανε αυτό που της υπαγόρευαν τα ταξικά της συμφέροντα, δηλαδή ότι υπεράσπισε τους τραπεζίτες της ΕΕ, εκβίασε δανειακές δόσεις και απείλησε τους υποτελείς της. Στην πράξη, ο ΣΥΡΙΖΑ δεν εφάρμοσε ποτέ ταξική ανάλυση στην πολιτική της Τρόικα, καθώς συνέχισε να αναφέρεται στους “εταίρους μας στην ΕΕ”, ακόμα και καθόσον επέβαλλαν τις ωμές τους απαιτήσεις.

Απ’ τη στιγμή που πήραν την εξουσία, οι ηγέτες του ΣΥΡΙΖΑ δεν κινητοποίησαν ποτέ ούτε μια μαζική διαμαρτυρία και δεν απείλησαν ποτέ με γενική απεργία απέναντι στις αποικιακές απαιτήσεις της ΕΕ.

Ο προσωποπαγής ηγέτης του ΣΥΡΙΖΑ Αλέξης Τσίπρας διόρισε δεξιά στελέχη προηγούμενων καθεστώτων σε θέσεις-κλειδιά. Διαπραγματεύτηκε με την Τρόικα και υποχώρησε σε όλα τα στρατηγικά θέματα που αφορούν τις πληρωμές χρέους, τη λιτότητα και τις ιδιωτικοποιήσεις. Ο ΣΥΡΙΖΑ δεν έθεσε ποτέ την πιθανότητα να “απευθυνθεί στο λαό.” Η “ηθική του σταυροφορία” ενάντια στον καπιταλισμό ολοκληρώθηκε με την παράδοση στον καπιταλισμό και το αποικιακό σύστημα της ευρωζώνης.

Η έλλειψη ταξικής ανάλυσης του ΣΥΡΙΖΑ, όπως και η έλλειψη ταξικής πάλης και ταξικής κινητοποίησης,  αλλά και ολική του αφοσίωση στη συνεργασία με έναν ηθικοποιημένο καπιταλισμό και την ευρωζώνη ώστε να αποκατασταθεί το στάτους και η ασφάλεια της μεσαίας τάξης, έχουν φέρει τον πιο φρικτό κομφμορμισμό και παράδοση, πασπαλισμένο με την ξεδιάντροπη γελοιότητα ορισμένων ηγετικών του στελεχών.

Στο τέλος, ο ΣΥΡΙΖΑ παραδόθηκε στις απαιτήσεις των υψηλών δυνάμεων της Τρόικα και των υποστηρικτών της ευρωζώνης, αλλά όχι πριν αδειάσει τα ταμεία. Οι ηγέτες του συνδύασαν ό,τι χειρότερο για τη χώρα: μια χρεοκοπημένη εθνική οικονομία, ένα “διαμαρτυρόμενο” αλλά ουσιαστικά αποικιακό καθεστώς και μια απογοητευμένη εκλογική βάση.

Εκεί που πέτυχε εντυπωσιακά ο ΣΥΡΙΖΑ ήταν να περιθωριοποιήσει την παραδοσιακή αριστερά (το ΚΚΕ). Επιβεβαίωσε την ιστορική τάση: αιωρούμενα κινήματα της στιγμής καταλήγουν να διευθύνονται από προσωποπαγείς ηγέτες που αναλαμβάνουν να μιλούν για “το λαό” ενώ κλίνουν το γόνυ στους διεθνείς τους αφέντες.

Πηγή: Anti-Imperialist Perspectives, ολόκληρο το άρθρο εδώ James Petras.

Πηγή: Αγκάρρα

bacon

Η χρονικότητα του καπιταλισμού είναι η σημειωτόν διαχρονική κινητικότητα του κεφαλαίου η οποία παράγει βλέμμα, αναπνοή και φόβο. Αυτό είναι και το έμβιο ον που παράγει το κεφάλαιο, ο χρόνος του έγκειται στην πεπερασμένη παροντική αναπνοή που εισπνέει μέχρι θανάτου, μια ασφυκτική παροντική αναπνοή. Το παρόν εδώ συνθλίβεται, η χρονικότητα ως το απατηλό τώρα.

Η κραυγή που συνθλίβει ακόμα και την πιο σιωπηλή σιωπή είναι η γλώσσα της καπιταλιστικής μορφής ζωής. Δεν μιλάει, δεν αποκρίνεται, δεν επικοινωνεί αλλά απολαμβάνει την μεταφυσική της ολοκλήρωση σε ένα κόσμο που κινείται κυκλικά και επιτόπια.

Το μόνο που υπάρχει είναι αυτό το παρόν. Αναπνεύστε γρήγορα γιατί πνίγεστε. Όλα συμβαίνουν τώρα, από το τώρα, για το τώρα για να μείνουν στο τώρα. Η καπιταλιστική βιασύνη είναι το επείγον που πρέπει να παραμείνει επείγον. Ζούμε το τώρα γιατί δεν υπάρχει μέλλον. Το αύριο στον καπιταλισμό μεταφράζεται ως φόβος. Το βλέμμα στο μέλλον είναι το φοβισμένο βλέμμα του καπιταλιστικού χρόνου. Είμαστε αλυσοδεμένοι αυτού του επίκαιρου φόβου που κυριαρχεί ατρόμητα και σπέρνει τρόμο κι άλλο φόβο.

Ο καπιταλισμός έχει απόλυτα ανάγκη το πεπερασμένο. Δεν υπάρχεις στον καπιταλισμό παρά μόνο ως μελλοθάνατος. Ο Χέγκελ εκφράζει την ουσία των πεπερασμένων ως “η ώρα της γέννησής τους είναι η ώρα του θανάτου τους”.

“Το μη-Είναι του Πεπερασμένου είναι το Είναι του Απόλυτου” (1). Αυτή είναι η ανταπάντηση σε μια μορφή ζωής που γεννιέται βασανιστικά για να θεωρεί τον θάνατο ως λύτρωση. Η απειρότητα, το ζωτικό δηλαδή στοιχείο του Απόλυτου, δεν είναι απλά το πεπερασμένο και δεν είναι το πεπερασμένο όχι γιατί εκδηλώνεται ως μια θεϊκή υπερπληρότητα αλλά επειδή ακριβώς προκύπτει από το ίδιο το πεπερασμένο ως άρνηση του εαυτού του.

Ισχυρίζεται ο Marcuse: “Είναι αρκετά φανερό από όσα είπαμε προηγουμένως ότι, όταν ο Χέγκελ στρεφόταν από την έννοια τής περατότητας στην έννοια τής απειρότητας, δεν μπορεί να αναφερόταν σε μια απειρότητα που θα ακύρωνε τα συμπεράσματα της προηγούμενης ανάλυσης του, δηλαδή δεν μπορεί να εννοούσε μιαν απειρότητα ξέχωρα ή πέρα από την περατότητα. Ή έννοια του άπειρου προέκυπτε μάλλον από μια ακριβέστερη ερμηνεία τής περατότητας.” (…) “Το άπειρο λοιπόν είναι ακριβώς η εσωτερική δυναμική του πεπερασμένου, που περικλείεται μέσα στην πραγματική του έννοια. Δεν είναι τίποτε άλλο από το γεγονός ότι η περατότητα – υπάρχει μόνο σαν ένα ξεπέρασμα του εαυτού”(2).

Ο άνθρωπος λοιπόν είναι η σχέση που έχει με το άπειρο όσο και με το πεπερασμένο. Με το πρώτο αποδεσμεύεται από την αποκλειστικότητα της θνητότητας ως ζώο σε μια “ποιητική της χειραφέτησης”. Ως πεπερασμένο έμβιο ον σχετίζεται με το άπειρο μέσω του οποίου ακυρώνει το ίδιο το πεπερασμένο. Αυτή είναι λοιπόν η αθανασία που ψάχνει ο άνθρωπος. Δεν υπερβαίνουμε τον θάνατο αλλά είμαστε αθάνατοι μέχρι που να έρθει ο θάνατος.

Η ζωή η ίδια ως ποιητική και πολιτική πράξη είναι το αθάνατο βίωμα μιας χρονικότητας φανερής και όμορφης που μπορείς να κοιτάζεις πίσω, εδώ και παρά πέρα χωρίς φόβο αλλά με θάρρος και δύναμη.

 

Αναφορές:

(1) Hegel, Επιστήμη της Λογικής, Δεύτερο κεφάλαιο, Η Αντίφαση, Δωδώνη, Αθήνα 1998, (σελ. 160)

(2) Herbert Marcuse, Λόγος και Επανάσταση, Εκδόσεις Ύψιλον, Αθήνα 1999. (σελ.142,143)

Για να μπορείς να μιλάς μάθε να σιωπάς

Οκτάβιο Πας

Υπάρχει ελπίδα;

«Το είπα και στην αρχή. Η μόνη ελπίδα μας είναι να βγάλουμε την ψυχή μας από το “μπαούλο”. Μόνο έτσι θα μπει φρένο στο τρεχαλητό του μυαλού μας. Το μυαλό είναι ένα σκυλί που αν δεν το δέσεις από την ψυχή ικανοποιεί τις επιθυμίες του όπως τα ζώα. Αρα οδηγεί τον άνθρωπο με ιλιγγιώδη ταχύτητα στον θαυμαστό κόσμο των ζώων. Με ρωτήσατε αν υπάρχει ελπίδα… Ναι, υπάρχει ελπίδα, αρκεί να πονέσουμε ξανά»!

Οκτάβιο Πας

Ώρα να πηγαίνω δεν έχω άλλο στήθος

01. Ο ακέραιος κυρ Αλέξανδρος 00:00
02. Πέρ’ απ’ την κατανάλωση 01:07
03. Η άποψη της ηρεμίας 01:48
04. Ρομαντικός επίλογος 02:42
05. Ομορφαίνω τη μοίρα 04:17
06. Ο έρωτας 04:56
07. Λένιν και Μαχάτμα 05:46
08. Πώς να ονομάσω αυτό το γράψιμο 06:07
09. Σκάβοντας με την αξίνα του εφήμερου 07:25

ΝΙΚΟΣ ΚΑΡΟΥΖΟΣ
Νήσος 1, Άνοιξη 1983

“είμαστε μόνο στο Γκουαντάναμο κάτω απ΄ την κουκούλα”

(απομαγνητοφώνηση): Η περίφημη σύγκρουση των πολιτισμών έχει νόημα μόνο ως θέαμα, προϋποθέτει συνεπώς την μετατροπή του πολιτισμού στο θέαμά του, είτε πρόκειται για τον υλικό πολιτισμό είτε στο άλλο άκρο του φάσματος για την καθαρή υποτίθεται σφαίρα της τέχνης. Μπορούμε να κάνουμε χάζι ένα πολιτισμό, στα μουσεία, στα ντοκιμαντέρ, σαν τουρίστες. Μπορούμε να αποθαυμάσουμε ή να αποδοκιμάσουμε το απολίθωμα του, που έχει κατ΄ανάγκην τη μορφή εμπορεύματος ή το ίδιο κάνει την μορφή στερεότυπων παραδοχών. Η σύγκρουση των πολιτισμών προϋποθέτει μιαν εξ ορισμού μη μεταφράσιμη ουσία που την αντιλαμβανόμαστε εναλλακτικά σαν απειλητική ή αξιοθέατη. Προϋποθέτει επίσης μιαν αξιολόγηση, οσάκις οι πολιτισμοί συγκρούονται ο ανώτερος κυριαρχεί. Η Ελλάδα νικάει τον νικητή της. Με δύο λόγια, η σύγκρουση των πολιτισμών είναι το θεωρητικό σχήμα που λαμβάνει η απλή μισαλλοδοξία και αποτελεί το πιο εκλεπτυσμένο άλλοθι για την κατοχή ή για τα τείχη που υψώνονται ολοένα συχνότερα σε όλο και περισσότερα σημεία του κόσμου. Γύρω από τους Παλαιστινίους, στα περάσματα απ΄ το Μεξικό προς τις ΗΠΑ ή άυλα πια στα όρια της Ευρώπης. Ο ακριβέστερος ορισμός του Θεού που δόθηκε ποτέ ήταν πως πρόκειται για έναν κύκλο που το κέντρο του είναι παντού και η περιφέρειά του πουθενά. Το ίδιο μπορούμε να πούμε για τον πολιτισμό όπως και να τον κατανοήσουμε. Από την απλή πολιτισμένη όπως την αποκαλούμε σήμερα συμπεριφορά ως το απόθεμα τελετών ή έργων τέχνης, ο πολιτισμός όπως και η γλώσσα ζει μόνο υπό συνθήκη οιονεί μετάφρασης. Ότι και αν λέμε με τα ήθη μας, με τις γεύσεις, με τις σιωπηρές παραδοχές μας μιλάμε κρεολικά, ειδάλλως τι θα ενδιέφερε αυτό που λέμε και ποιόν. Το άγχος να είμαστε αναγνωρίσιμοι, να είμαστε εμείς προϋποθέτει ένα κενό πολιτισμού αλλιώς θα ήταν προφανές πως είμαστε ήδη άλλοι σε σχέση με τον χθεσινό εαυτό μας. Εμείς είμαστε μόνο στο Γκουαντάναμο κάτω απ΄ την κουκούλα. Ένας φίλος που παντρεύτηκε Αγγλίδα μου περιέγραφε ότι άκουσε το κοριτσάκι του να τσακώνεται και πεισμωμένο να φωνάζει στα άλλα παιδιά I’ll go and I’ll para-go (παρά). Μπορούμε να μιλάμε για πολιτισμό αλλά θα πρέπει να μιλήσουμε έτσι πάνω στο σύνολο που καταρρέει, υπό όρους επιμειξίας, ναι – όχι όμως κατοχής. Τα greeklish εκ παραγείγματι στους αντίποδες του περιστατικού που ανέφερα. Greeklish θα μιλούσαν τα εμπορεύματα αν είχαν φωνή. Μην χάσουμε τον εαυτό μας, μέγα άγχος, θα πρέπει βέβαια να έχεις κάτι ουσιώδες να χάσεις δηλαδή κάτι ουσιώδες να πεις. Όλη η ιδιοπροσωπεία παίζεται και χάνεται εδώ. Μην έχοντας τίποτα να πούμε δεν μπορούμε και να φανταστούμε τους άλλους να λένε κάτι που θα μας ένοιαζε. Δεν μπορούμε να φανταστούμε καν πως υπάρχουν άλλοι, βλέπουμε μόνο κάτι άμορφο να απειλεί ότι πολύ θα θέλαμε να ήμασταν και έτσι μόνο υπάρχουμε. Αυτό βεβαίως σημαίνει ότι καθ’ εαυτήν η έννοια της σύγκρουσης των πολιτισμών είναι πολιτικό εργαλείο. Όσο κι αν την λειάνουμε όπως κι αν την στολίσουμε είναι η επιγραφή στην πύλη ενός στρατοπέδου προσφύγων όπου όλοι θα καταλείξουμε. Ο Μαλερό έλεγε πως ο πολιτισμός μας είναι ο μοναδικός που δεν επινόησε δικούς του θεούς και δικούς του τάφους. Η διατύπωση είναι εσκεμμένα οξύμωρη φυσικά, οι θεοί και οι ταφές αλλάζουν ακατάπαυστα, όμως δεν έχει νόημα να μιλάμε για πολιτισμό αν δεν ξέρουμε πια να πενθούμε, όχι πως να πενθούμε αλλά σκέτο, να πενθούμε. Φεύγοντας από την Πάργα, οι Σουλιώτες, περιγράφει ο Περραιβός, ξέθαψαν και πήραν μαζί τα κόκαλα των πεθαμένων τους. Έτσι δόθηκε μια για πάντα ο ορισμός του πρόσφυγα. Περιτρέχοντας μια γη που σε κάθε σπιθαμή της κατέχεται από εμπορεύματα, βουλιάζοντας με τα σαπιοκάραβα, δαρμένοι στα αστυνομικά τμήματα, στοιβαγμένοι στα πρόχειρα στρατόπεδα με την αξιοπρέπειά τους θύμα της φιλανθρωπίας, πολύγλωσσοι και αναμεμιγμένοι οι μετανάστες κουβαλάνε τα κόκαλα των γονιών τους και τα παιδιά τους και λένε πως η σύγκρουση των πολιτισμών είναι η πιο χυδαία επινόηση.

Αμφί Αγοράν Πλήθουσαν του Γιώργου Κοροπούλη No11 (2009)

Αυτά τα κόκκινα σημάδια στους τοίχους, μπορεί να ‘ναι κι από αίμα

Αυτά τα κόκκινα σημάδια στους τοίχους, μπορεί να ‘ναι κι από αίμα.

…βρίσκουμε τη φλέβα που φτάνει στην καρδιά της άνοιξης, Χαμογελάμε.

 

Χαμογελάμε γιατί βρίσκουμε τη φλέβα που φτάνει στην καρδιά της άνοιξης.

Χαμογελάμε γιατί βρίσκουμε τη φλέβα που έχετε χτυπήσει και αιμορραγεί.

Χαμογελάμε γιατί ξέρουμε ξεκάθαρα ποιοί είναι αυτοί που έχουν χτυπήσει την φλέβα.

Χαμογελάμε γιατί αγωνιζόμαστε να μπαλώσουμε την τρύπα της φλέβας.

Χαμογελάμε γιατί αυτά τα κόκκινα σημάδια στους τοίχους μπορούμε και τα διακρίνουμε.

 

Όποιος δεν διακρίνει αυτά τα σημάδια στους τοίχους, που μπορεί να ‘ναι κι από αίμα, είναι γιατί μπορεί να είναι είτε ο νόμινος αίτιος είτε ο καλοκάγαθος αδιάφορος.

Όποιος και να ‘ναι, είναι σίγουρο, ότι δεν χαμογελάει.