Πέρα απ’ το καλό και το κακό

Διαβάζοντας σήμερα λίγο περισσότερο για το ζήτημα του “μιλιταριστικού Κεϋνσιανισμού”, δηλαδή, για να μην αφήνουμε τους νεολογισμούς να συσκοτίζουν την ουσία, της δημοσιονομικής πολιτικής του αμερικανικού ιμπεριαλισμού, έπεσα πάνω σε ένα άρθρο της Heidi Garrett-Peltier για λογαριασμό του Political Economy Research Institute.

Αντιγράφω την εισαγωγική παράγραφο που με εντυπωσίασε για την αποκαλυπτική της καθαρότητα:

Είναι αλήθεια ότι οι στρατιωτικοί εξοπλισμοί δημιουργούν θέσεις εργασίας στην οικονομία, καθώς και ότι πολλές από αυτές τις θέσεις είναι καλά αμοιβόμενες. Όμως σε μια περίοδο που το ποσοστό ανεργίας είναι υψηλό, που οι υποδομές καταρρέουν και που η παγκόσμια κλιματολογική αλλαγή γίνεται επείγον ζήτημα, πρέπει να αναρωτηθούμε αν οι στρατιωτικοί εξοπλισμοί είναι πράγματι λύση για τα οικονομικά μας προβλήματα ή αν μπορούμε να δημιουργήσουμε περισσότερες θέσεις εργασίας σε παραγωγικούς τομείς που μπορεί να μας βοηθήσουν να πετύχουμε πιο μακροπρόθεσμους στόχους. Σε μια πρόσφατη εργασία που συνέγραψα με τον Robert Pollin είδαμε ότι αν το δούμε δολάριο για δολάριο, η καθαρή ενέργεια, η ιατρική περίθαλψη, και η παιδεία δημιουργούν περισσότερες θέσεις εργασίας από ό,τι ο στρατός.

Ό,τι με εντυπωσιάζει εδώ είναι ότι σε κανένα σημείο δεν τίθεται καν ως ερώτημα ποιος είναι ο σκοπός των στρατιωτικών εξοπλισμών, και συγκεκριμένα των στρατιωτικών εξοπλισμών των ΗΠΑ, τις οποίες αφορά οικονομικά το άρθρο· ούτε απασχολεί πουθενά τη συγγραφέα ποιο είναι το κόστος, σε ανθρώπινες ζωές, της γιγάντωσης αυτών των εξοπλισμών, που βεβαίως, κάπου πρέπει να χρησιμοποιηθούν, τουλάχιστο εν τμήματι· ούτε πού και σε ποιους πουλιούνται και με τι συνέπειες, τα εμπορεύματα που παράγονται μέσω “military spending” (ο πρωτότυπος όρος της συγγραφέως). Αν η συγγραφέας υπερασπίζεται επιχειρηματολογικά την στροφή του κράτους από τις ρουκέτες ή τις νάρκες στα σχολεία ή τα νοσοκομεία, αυτό δεν αφορά στο παραμικρό ότι τα σχολεία και τα νοσοκομεία είναι πιο ανθρώπινα και πολιτισμένα αγαθά από ό,τι οι ρουκέτες και οι νάρκες· αφορά, μας λέει, ότι “δολάριο για δολάριο” δημιουργούν περισσότερες θέσεις εργασίας.

Έχω εδώ και καιρό καταλήξει ότι η νιτσεϊκή “πρόκληση” μιας ηθικής “πέρα απ’ το καλό και το κακό” είναι στην πραγματικότητα η καθυστερημένη αντανάκλαση, στο πεδίο της φιλοσοφίας, του βασικού θεμελίου της αστικής πολιτικής οικονομίας από την γέννησή της, στον 18ο αιώνα: η πολιτική οικονομία είναι η πρώτη σφαίρα στην ιστορία της ανθρώπινης σκέψης όπου η ηθική έχει εξαλειφθεί ως διάσταση, η πρώτη ηθικά αδιάφορη ανθρώπινη επιστήμη, και ως εκ τούτου η πιο αμιγώς μοντέρνα επιστήμη, η επιστήμη που αντανακλά στο έπακρο τον θεμελιώδη μηδενισμό του καπιταλιστικού τρόπου παραγωγής: ο φιλοσοφικός “μηδενισμός” ωχριά μπροστά της, την απηχεί ως ένα μισοπομπώδες και μισοντροπαλό αντίγραφο του ρωμαλέου, χαρωπά ξεδιάντροπου μηδενισμού που αποτελεί τον πυρήνα της οικονομικής σκέψης ως αυτοστοχασμού του καπιταλιστικού τρόπου παραγωγής.

Βέβαια, η εγγενής τάση της πολιτικής οικονομίας στην ανηθικότητα –στην απόλυτη αδιαφορία για την ηθική– δεν της δίνει και το στάτους της επιστήμης, αν με τον όρο νοήσουμε αυτό που υπερβαίνει την ιδεολογία. Η “κριτική της πολιτικής οικονομίας” (ο υπότιτλος του Κεφαλαίου) είναι εφικτή επειδή, παρόλο της τον κυνισμό, η πολιτική οικονομία παραμένει αφελής, ή μάλλον αποτελεί ένα πρωτόγνωρο στην ιστορία της ανθρώπινης σκέψης μείγμα απάνθρωπου κυνισμού και γελοίας αφέλειας: η κυρία Garrett-Peltier, για παράδειγμα, εξετάζει το ζήτημα του “στρατιωτικού κεϋνσιανισμού” ωσάν να αφορά απλώς το με ποιον τρόπο δημιουργούνται περισσότερες εργασίας, ξεχνώντας (;) ότι υπάρχουν φάσεις στην ιστορία του καπιταλισμού, καλή ώρα αυτή εδώ, όπου το ζητούμενο είναι μάλλον η καταστροφή εργατικής δύναμης ως μοναδική αποτελεσματική μέθοδος υπερκέρασης, μέσα στον καπιταλιστικό τρόπο παραγωγής, των μακροπόθεσμων συνεπειών (απ’ τα μέσα του 70) του νόμου της πτωτικής τάσης του κέρδους (τεχνικά ομιλώντας, η δια της βίας αποκατάσταση μιας σχετικής ισορροπίας στην οργανική σύνθεση του κεφαλαίου μετά από μια φάση όπου το σταθερό κεφάλαιο έχει αυξηθεί υπερβολικά στη σχέση του με το μεταβλητό).

Την εξυγιαντική για το κεφάλαιο καταστροφή εργατικής δύναμης (μη τεχνικά ομιλώντας, τη μαζική δολοφονία) δεν την φέρνουν φυσικά τα σχολεία και τα νοσοκομεία, αλλά τα πυροβόλα και οι βόμβες, που έτσι αναδεικνύονται σε πολύ πιο χρήσιμα εμπορεύματα από ό,τι τα πρώτα, καθώς μπορούν και να δημιουργήσουν θέσεις εργασίας και να καταστρέψουν υπεράριθμη και επιβαρυντική για την οικονομία εργατική δύναμη, όπως έκαναν, για παράδειγμα, κατά τον Β Παγκόσμιο Ιμπεριαλιστικό Πόλεμο. Τέτοιες σκέψεις ακόμα και οι αυθεντικοί μηδενιστές της αστικής πολιτικής οικονομίας ντρέπονται να τις εκφράσουν. Ευτυχώς, για αυτές τις περιπτώσεις, υπάρχουν οι πολιτικοί.

Πηγή: leninreloaded

Leave a Reply

Fill in your details below or click an icon to log in:

WordPress.com Logo

You are commenting using your WordPress.com account. Log Out /  Change )

Facebook photo

You are commenting using your Facebook account. Log Out /  Change )

Connecting to %s